Η μεγάλη αύξηση των δαπανών υγείας που παρατηρήθηκε την περίοδο 2000-2009 δεν έδωσε, δυστυχώς, την αναμενόμενη λύση στα προβλήματα υγείας των πολιτών και δεν αναβάθμισε τις υπηρεσίες παροχής υγείας στον βαθμό που έπρεπε. Την περίοδο αυτή είχαμε αύξηση των κατά κεφαλήν δαπανών υγείας σε ποσοστό 6,9% όταν στις χώρες του ΟΟΣΑ το ποσοστό αυτό κινήθηκε κάτω του 4% κατά μέσο όρο. Όσο για τη φαρμακευτική δαπάνη, την περίοδο 2000–2009, αυξήθηκε κατά 385% με μέση ετήσια αύξηση 19,6% όταν στις χώρες του ΟΟΣΑ το ποσοστό αυτό κυμάνθηκε κάτω από 3,5% κατά μέσο όρο. Πού πήγαν όλες αυτές οι δαπάνες και γιατί δεν έδωσαν λύση στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των πολιτών είναι ένα θέμα προς διερεύνηση διοικητική αλλά και δικαστική. Πέρα όμως από τις όποιες ευθύνες αποδείχθηκε ότι η όποια αύξηση των δαπανών υγείας από μόνη της δεν αρκούσε για να βελτιωθεί το σύστημα και να παρέχει αναβαθμισμένες υπηρεσίες υγείας στους πολίτες. Χρειαζόταν πολιτική βούληση για να συγκρουστεί με τις παθογένειες του συστήματος, όπως χρειαζόταν και όραμα για μεγάλες τομές και μεταρρυθμίσεις. Πάνω απ΄ όλα όμως χρειαζόταν εθνική συνεννόηση για την υγεία ιδιαίτερα από τις πολιτικές, αυτοδιοικητικές και άλλες θεσμικές και μη δυνάμεις της χώρας που δυστυχώς δεν υπήρξε.
Ύστερα ήρθε η οικονομική κρίση και η βίαιη περικοπή των δαπανών υγείας. Το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής απαιτούσε μεγάλες μεταρρυθμίσεις στον χώρο της υγείας αλλά και κατακόρυφη μείωση των δαπανών. Η συνολική δαπάνη υγείας ως ποσοστό του ΑΕΠ σύμφωνα με την έκθεση του οργανισμού Health at a Glance 2017 από 9,8% που ήταν το 2010 κατέβηκε στο 8,3% το 2016 και έτσι η Ελλάδα βρέθηκε πολύ κάτω από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Η ικανοποίηση του στόχου της προσαρμογής είχε τεράστιες επιπτώσεις στους πολίτες. Η μείωση της δημόσιας δαπάνης για την υγεία διόγκωσε την ιδιωτική δαπάνη και οδήγησε μεγάλο μέρος του πληθυσμού έξω από το σύστημα υγείας της χώρας. Μπορεί η ηλεκτρονική συνταγογράφηση, η ίδρυση το 2011 του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας, μέσω της συγχώνευσης των κλάδων υγείας των βασικών ταμείων κοινωνικής ασφάλισης, και πάρα πολλές ακόμη παρεμβάσεις, μνημονιακές και μη, να συμμάζεψαν τις σπατάλες του συστήματος, υπήρξαν, όμως, σοβαρές επιπτώσεις στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των πολιτών.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του 2017 που καταρτίζεται από τον ΟΟΣΑ και το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Πολιτικών και Συστημάτων Υγείας σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και περιέχει τα προφίλ υγείας ανά χώρα στην Ελλάδα η μη ικανοποιούμενη ανάγκη για ιατρική περίθαλψη λόγω κόστους (συχνότερη αιτία), απόστασης ή χρόνου αναμονής τριπλασιάστηκε και είναι πλέον η δεύτερη υψηλότερη στην Ε.Ε. Η έκθεση αναφέρει ότι το ποσοστό του πληθυσμού με μη ικανοποιούμενες ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης λόγω υψηλού κόστους υπερδιπλασιάστηκε μεταξύ 2010 και 2015 και από 4,2% πήγε στο 10,9%.
Οι πολίτες αναγκάστηκαν πέρα από τη χρηματοδότηση του συστήματος μέσω των ασφαλιστικών τους ταμείων να συμμετέχουν και σε άμεσες δαπάνες για την ιατρική και τη φαρμακευτική περίθαλψή τους μέχρι και σήμερα. Έτσι, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ το 2015 οι άμεσες δαπάνες των πολιτών για την υγεία τους έφτασαν στο 35% όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ μόλις έφτασε το 15%. Οι περικοπές στους μισθούς και στις συντάξεις, η υπερφορολόγηση, το κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων οδήγησαν χιλιάδες πολίτες να αδυνατούν να εξασφαλίσουν τους πόρους για να ικανοποιήσουν τη λύση βασικών προβλημάτων στην υγεία τους. Έμειναν έτσι μακριά από την όποια πρόσβαση στο σύστημα με ό,τι επιπτώσεις για τα ίδια τα πρόσωπα αλλά και το κοινωνικό σύνολο είχε αυτό.
Οι ιδιώτες γιατροί στην πλειοψηφία τους διέκοψαν τις συμβάσεις που είχαν με τα ασφαλιστικά ταμεία και οι πολίτες αδυνατούν και σήμερα να έχουν πρόσβαση σ΄ αυτούς. Τα οποία βήματα εκσυγχρονισμού έγιναν στα δημόσια νοσοκομεία και στα κέντρα υγείας φάνηκαν αναποτελεσματικά και αδύναμα να δώσουν λύση και έτσι τα προβλήματα στα δημόσια νοσοκομεία και στα κέντρα υγείας διογκώθηκαν. Το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό μειώθηκε και υπήρξαν και υπάρχουν περιπτώσεις που τα νοσοκομεία είχαν και έχουν ελλείψεις ακόμη και σε είδη πρώτης ανάγκης.
Σημαντικό είναι και το γεγονός ότι έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας με τις μεγάλες υποθέσεις διαφθοράς στον χώρο της υγείας επιτείνουν τον κλονισμό της εμπιστοσύνης των πολιτών. Αν το όποιο σύστημα δεν αγκαλιαστεί και δεν στηριχθεί από τους πολίτες δεν έχει καμιά τύχη επιτυχίας και το σημερινό σύστημα υγείας στην Ελλάδα βρίσκεται σε φάση αμφισβήτησης. Ένα νέο σύστημα υγείας πρέπει να οικοδομηθεί κρατώντας μόνο τα θετικά του προηγούμενου συστήματος. Ένα νέο Εθνικό Σύστημα Υγείας που θα έχει ευρύτερες συναινέσεις και θα κατακτήσει την αγάπη και τη στήριξη του λαού.
* Ο Σωτήρης Αποστολόπουλος είναι κάτοχος master στα Χρηματοοικονομικά και κάτοχος master στην Διοίκηση Μονάδων Υγείας
Προηγούμενα άρθρα
Η 25η Νοεμβρίου καθιερώθηκε από τον ΟΗΕ ως Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας…
Η «Εταιρία Διάσωσης, Αξιοποίησης και Ανάπτυξης Ιστορικών Ακινήτων και Φυσικών Μνημείων Οινιαδών – ΑΜΚΕ» με…
Με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ - Κινήματος Αλλαγής, Νίκος Ανδρουλάκης,…
H διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με αγωνία την κλιμάκωση στον πόλεμο Ρωσίας - Ουκρανίας μετά και τη…
Η δρομολόγηση κοινών δράσεων και πρωτοβουλιών που θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση των πολιτικών πρόληψης στον…
Τις προηγούμενες ημέρες, με αφορμή το “4th Parliamentarian Forum: Strategies Against the Far Right” του…