Η εμπλοκή στις εξορύξεις για υδρογονάνθρακες στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), σε διεθνή ύδατα δηλαδή και όχι κυπριακά, έπρεπε να αναμένεται. Η ανακάλυψη κοιτασμάτων είχε θεωρηθεί ως κίνητρο για τις δύο πλευρές, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, για να εξευρεθεί λύση στο κυπριακό πρόβλημα. Και τούτο, διότι η θέση της διεθνούς κοινότητας είναι ότι, ναι μεν η Κυπριακή Δημοκρατία έχει το δικαίωμα σε έρευνες και εξορύξεις, αλλά τα έσοδα και ο πλούτος αυτός πρέπει να αξιοποιηθούν προς όφελος και των δύο Κοινοτήτων της Κύπρου. Ότι και στην διαχείριση των εσόδων πρέπει να μετέχουν, τόσο οι Ελληνοκύπριοι όσο και οι Τουρκοκύπριοι. Και ο ασφαλής τρόπος για να γίνει αυτό είναι να βρεθεί -συμβιβαστική βεβαίως- λύση στο χρονίζον Κυπριακό, με την οποία Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι θα μετέχουν, με συγκεκριμένες ρυθμίσεις και αναλογίες, στην διακυβέρνηση του κράτους.
Ίδια είναι και η θέση της ελλαδικής και της ελληνοκυπριακής ηγεσίας. Με μία διαφορά. Λένε ότι, από τον πλούτο αυτόν οι Τουρκοκύπριοι θα ωφεληθούν, μόνο όταν και εφόσον βρεθεί λύση στο Κυπριακό. Αυτό, σε ένα πρόβλημα που χρονίζει επί δεκαετίες, δεν γίνεται εύκολα αποδεκτό. Διότι θα μπορούσε να είναι πρόσχημα για τους Ελληνοκύπριους, να τραινάρουν επ’ αόριστον τις διαδικασίες επίλυσης του Κυπριακού, και στο μεταξύ να νέμονται μόνοι τους τα έσοδα από τις έρευνες και τις εξορύξεις. Γιατί σήμερα η διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία ελέγχεται μόνο από την ελληνοκυπριακή Κοινότητα, και όχι και από τις δύο Κοινότητες όπως προβλέπουν οι Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου του 1960, με τις οποίες ιδρύθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία. Η κατάσταση αυτή υπάρχει, όχι από την τουρκική στρατιωτική εισβολή του 1974, αλλά πολύ πριν, από το 1963, μόλις δηλαδή 3 χρόνια μετά την ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου. Γι΄ αυτό και ο διεθνής παράγοντας μεσολάβησε για να πραγματοποιηθούν οι εντατικές διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό μέσα στο 2017 στην Ελβετία. Αυτές όμως, την τελευταία στιγμή, ναυάγησαν, και σύμφωνα με υψηλές πηγές του ΟΗΕ έχει ευθύνες μεταξύ άλλων, και το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας, και η ηγεσία της ελληνοκυπριακής πλευράς.
Η γενικευμένη δυσπιστία λοιπόν είναι, ως συνήθως, ο κυριότερος παράγοντας του αδιεξόδου. Δεν θα έπρεπε να εκπλήξει κανέναν η επιθετική στάση της Τουρκίας στο θέμα αυτό. Πρόκειται για μια στρατηγική που έχει αυτή καταστρώσει εδώ και λίγα χρόνια, καθώς το Κυπριακό συνδέεται στενά με τα ζητήματα ενέργειας στην ευρύτερη περιοχή, που αφορούν τα κοιτάσματα στην Ανατολική Μεσόγειο, τους αγωγούς που πρόκειται να δημιουργηθούν, και την εκκρεμή οριοθέτηση των ΑΟΖ στην θαλάσσια περιοχή μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ίδιας της Τουρκίας. Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία, που διεκδικεί ρόλο ισχυρής περιφερειακής δύναμης, δεν μπορεί να επιβεβαιώσει αυτόν τον ρόλο, χωρίς ενεργή συμμετοχή στο ενεργειακό παιχνίδι της περιοχής. Η Τουρκία επιχειρεί να καταγράψει αμφισβητήσεις, στέλνοντας ένα καθαρό μήνυμα ότι χωρίς τη συμμετοχή της δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Πάντως μια ανεξέλεγκτη κλιμάκωση από την πλευρά της δεν είναι εύκολη υπόθεση. Μπορεί να της γυρίσει μπούμερανγκ. Παρά την προσεκτική τακτική του διεθνούς παράγοντα προς την τουρκική στάση, υπάρχουν όρια που συνδέονται με ευρύτερες παραμέτρους στην περιοχή. Ουδείς μπορεί να αποδεχθεί εύκολα την ανατροπή των στρατηγικών ισορροπιών στην Ανατολική Μεσόγειο, που τελικά επιδιώκει η Τουρκία.
Όμως, η χλιαρή και ισορροπιστική αντίδραση των ισχυρών διεθνών παικτών –ΗΠΑ, Ρωσίας, Ε.Ε., ΟΗΕ– στις τελευταίες εξελίξεις, πρέπει να προβληματίσει και την δική μας πλευρά. Αποδείχθηκε εξάλλου ότι η σωστή κίνηση να εμπλέξουμε μεγάλες διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες στην αξιοποίηση των κυπριακών κοιτασμάτων, από μόνη της δεν αρκεί. Καμία σοβαρή και μακροχρόνια επιχειρηματική επένδυση δεν μπορεί να γίνει σε συνθήκες έντασης και αστάθειας. Η Κύπρος μπορεί να συνεχίσει την προσπάθεια για εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Θα ήταν όμως σημαντικό η ελληνοκυπριακή ηγεσία να ζητήσει άμεση συνάντηση με την τουρκοκυπριακή ηγεσία. Να συγκροτήσουν μια κοινή Επιτροπή που θα διαχειρίζεται τα θέματα των υδρογονανθράκων. Από κοινού να καλέσουν την Τουρκία να αποσύρει τις ναυτικές δυνάμεις της από την περιοχή που γίνονται οι εξορύξεις. Να συνομιλήσουν με τα αρμόδια όργανα της Τουρκίας για τον καθορισμό της ΑΟΖ στη βόρεια θάλασσα που περιβρέχει τις δυο χώρες. Να ξαναρχίσουν διαπραγματεύσεις και να ζητήσουν από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να συγκαλέσει μια νέα Διάσκεψη για να λυθεί οριστικά το Κυπριακό.
* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών και στέλεχος της Δημοκρατικής Συμπαράταξης
Η 25η Νοεμβρίου καθιερώθηκε από τον ΟΗΕ ως Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας…
Η «Εταιρία Διάσωσης, Αξιοποίησης και Ανάπτυξης Ιστορικών Ακινήτων και Φυσικών Μνημείων Οινιαδών – ΑΜΚΕ» με…
Με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ - Κινήματος Αλλαγής, Νίκος Ανδρουλάκης,…
H διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με αγωνία την κλιμάκωση στον πόλεμο Ρωσίας - Ουκρανίας μετά και τη…
Η δρομολόγηση κοινών δράσεων και πρωτοβουλιών που θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση των πολιτικών πρόληψης στον…
Τις προηγούμενες ημέρες, με αφορμή το “4th Parliamentarian Forum: Strategies Against the Far Right” του…