Ο αγαπημένος ρεμπέτης Βασίλης Τσιτσάνης το Γενάρη του 1984 αφήνοντας πίσω του σπουδαία τραγούδια που αποτελούν κορυφαίο δείγμα της ελληνικής λαϊκής μουσικής.
Ένα από αυτά είναι το «Συννεφιασμένη Κυριακή»το οποίο χρειάστηκε 5 χρόνια για να το γράψει. Ξεκίνησε τη δημιουργία του το 1943 εν μέσω κατοχής, όταν βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη και το ολοκλήρωσε το 1948. Όπως έλεγε ο ίδιος ο Τσιτσάνης ο λόγος ήταν ότι δεν μπορούσε να βρει μια συγκεκριμένη λέξη : «Την πιο μεγάλη κούραση και στενοχώρια μού έδωσε η «Συννεφιασμένη Κυριακή». Δεν μπορούσα να βρω μια επαναληπτική λέξη τρισύλλαβο. Τελικά η λέξη βγήκε από το ίδιο το κείμενο: «που έχει πάντα συννεφιά – συννεφιά». Η επναλαμβανόμενη λέξη είναι η ζητούμενη. Κάθε άλλη αντ’ αυτής ήταν αρνητική μουσικώς».
Το θέμα του τραγουδιού ήταν εμπνευσμένο από τις κακουχίες που περνούσαν οι Έλληνες τα χρόνια της κατοχής. Όπως είχε αναφέρει ο ίδιος: «Τη Συννεφιασμένη Κυριακή την έγραψα με αφορμή ένα από τα τραγικά περιστατικά που συνέβαιναν τότε στον τόπο μας, με την πείνα, τη δυστυχία, το φόβο, την καταπίεση, τις συλλήψεις, τις εκτελέσεις. Το υλικό που μου ενέπνευσε τους στίχους, μου ενέπνευσε και τη μελωδία. Βγήκε μέσα από τη συννεφιά της κατοχής, από την απελπισία που μας έδερνε όλους μας – τότε που όλα τα ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά. Ήθελα να φωνάξω για τη μαύρη απελπισία, αλλά συγχρόνως και για την υπερηφάνεια του λαού μας που δε σηκώνει χαλινάρι και σκλαβιά.
Η Συννεφιασμένη Κυριακή δεν είναι μόνο ένα περιστατικό της κατοχής, αλλά κλείνει μέσα της όλη την τραγική εκείνη περίοδο. Ό,τι είχα μέσα μου και ό,τι έκρυβα από τα θλιβερά γεγονότα που ζούσα τα είπα με το τραγούδι μου αυτό. Το είχα έτοιμο από τότε, με αρχικό τίτλο Ματωμένη Κυριακή, διότι εκείνη τη βαριά χειμωνιάτικη νύχτα Κυριακή είδα με τα μάτια μου το θάνατο ενός παλικαριού. Μάτωσε η καρδιά μου κι εγώ με τη σειρά μου μάτωσα το τραγούδι το γραμμοφώνησα το 1948, αφού βασανίστηκα περίπου ένα χρόνο, επειδή μια λέξη έλειπε από το κουπλέ. Αισθάνθηκα και δεν το κρύβω, μια ιδαίτερη υπερηφάνεια που αμέσως κατέκτησε τον κόσμο…». Όπως λέει κι πιο πάνω η πρώτη γραμμοφώνηση έγινε το 1948 με τον Πρόδρομο Τσαουσάκη και τη Σωτηρία Μπέλλου. Μάλιστα ο Τσαουσάκης, από λάθος, αντί να πει «πλακώνεις», όπως ήταν η αρχική γραφή, είπε «ματώνεις», που άρεσε στον Τσιτσάνη και το χρησιμοποίησε.
Το 1959 η «Συννεφιασμένη Κυριακή» έγινε και ταινία από τον Γιώργο Ζερβουλάκο, με τον τίτλο «Για το ψωμί και τον έρωτα», με τη Δάφνη Σκούρα και τον Μιχάλη Νικολινάκο. Ο Τσιτσάνης έγραψε για την ταινία δύο τραγούδια που τα τραγουδάει η Λάουρα.
Κλείνοντας να πούμε ότι τον τίτλο της «Συννεφιασμένης Κυριακής» ο Τσιτσάνης τον εμπνεύστηκε από τον τίτλο ενός μουσικού κομματιού κάποιου Ούγγρου συνθέτη, που ήταν «θλιμμένη Κυριακή» [JF σημ. «Gloomy Sunday», Rezso Seress,1933]. Κατά τον ίδιο τον Τσιτσάνη, ο αρχικός τίτλος, ήδη από την περίοδο της γερμανικής κατοχής, ήταν «Ματωμένη Κυριακή».
Βασίλης Τσιτσάνης -ΣΥΝΝΕΦΙΑΣΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ
Στίχοι «Συννεφιασμένης Κυριακής»
Συννεφιασμένη Κυριακή,
μοιάζεις με την καρδιά μου
που έχει πάντα συννεφιά,
Χριστέ και Παναγιά μου.
—————–
Όταν σε βλέπω βροχερή,
στιγμή δεν ησυχάζω.
μαύρη μου κάνεις τη ζωή,
και βαριαναστενάζω.
—————–
Είσαι μια μέρα σαν κι αυτή,
που ‘χασα την χαρά μου.
συννεφιασμένη Κυριακή,
ματώνεις την καρδιά μου.
Διαδοχική ερμηνείες της «Συννεφιασμένης Κυριακής»
- Σωτηρία Μπέλλου & Πρόδρομος Τσαουσάκης
- Βασίλης Τσιτσάνης & Μαρίκα Νίνου & Γιάννης Σαλασίδης
- Τζένη Βάνου
- Στέλιος Καζαντζίδης& Μαρινέλλα & Γιώτα Λύδια
- Δήμητρα Γαλάνη Φωνητικά: Γεράσιμος Ανδρεάτος
- Ελευθερία Αρβανιτάκη
- Σταμάτης Κόκοτας
- Γιώργος Νταλάρας
- Γλυκερία
- Δημήτρης Μπάσης & Δημήτρης Μητροπάνος & Θέμης Αδαμαντίδης