Σε ηλικία 90 ετών πέθανε την Κυριακή ο μεγάλος Πολωνός σκηνοθέτης Αντρέι Βάιντα που είχε γεννηθεί στις 6 Μαρτίου του 1926, στο Σουβάλκι της Πολωνίας.
Ο σκηνοθέτης του «Ανθρώπου από Μάρμαρο» και πολυάριθμων άλλων ταινιών, που αντανακλούν την περίπλοκη ιστορία της χώρας του, απεβίωσε εξαιτίας πνευμονικής ανεπάρκειας. Νοσηλευόταν εδώ και πολλές ημέρες και βρισκόταν σε φαρμακολογικό κώμα, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ένας οικείος της οικογένειας ο οποίος ζήτησε να μην κατονομαστεί.
«Ελπίζαμε ότι θα τα κατάφερνε», δήλωσε ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Γιάτσεκ Μπρόμσκι στο ιδιωτικό τηλεοπτικό δίκτυο TVN24.
«Όλοι προερχόμαστε από τον Βάιντα. Μέσα απ’ αυτόν κοιτάζαμε την Πολωνία και τους εαυτούς μας. Και έτσι την καταλαβαίναμε καλύτερα. Τώρα θα είναι πιο δύσκολo», έγραψε στον λογαριασμό του στο Twitter ο Ντόναλντ Τουσκ, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και πρώην πρωθυπουργός της Πολωνίας.
Παρά τη μεγάλη ηλικία του, ο κινηματογραφιστής είχε παραμείνει πολύ δραστήριος τα τελευταία χρόνια, βοηθούμενος από την γυναίκα του, την Κριστίνα Ζαχβάτοβιτς, ηθοποιό, σκηνοθέτη και σκηνογράφο.
Δεν μπήκε στο στρατό και στράφηκε στην τέχνη
Ο Βάιντα αποφάσισε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο όταν δεν κατάφερε να ενταχθεί στο δυναμικό του πολωνικού στρατού το 1939.
Σπούδασε στην σχολή Καλών Τεχνών της Κρακοβίας και στη συνεχεία ήρθε σε επαφή με τον κινηματογράφο, στην ξακουστή σχολή Λοτζ. Πριν σκηνοθετήσει την πρώτη του ταινία με τον τίτλο «Ποκολένιε» – στην Ελλάδα βγήκε στις αίθουσες με τον τίτλο «Μια Γενιά» – σχετικά με την γερμανική κατοχή των Πολωνών, υπήρξε βοηθός του Αλεξάντρ Φορντ.
Η καριέρα του απογειώθηκε όταν το 1957 κέρδισε το ειδικό βραβείο κοινού στο Φεστιβάλ των Κανών για την ταινία Kanal που αφορούσε την εξέγερση των Πολωνών παρτιζάνων το 1944 κατά των Ναζί.
Ήταν το βραβείο αυτό που του επέτρεψε να κάνει την επόμενη ταινία του 1958 με τίτλο Popiół i Diament (Στάχτες και Διαμάντια) και να εδραιωθεί έτσι στο χώρο του πολωνικού σινεμά.
Το 1970 ο Βάιντα στράφηκε για έμπνευση στην πολωνική λογοτεχνία και το 1981 με την ταινία Man of Iron που αφορούσε την άνοδο της «Αλληλεγγύης» στην Πολωνία κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες. Χάρη σε αυτό το βραβείο μάλιστα ο Βάιντα γλίτωσε τη φυλάκιση από το κομμουνιστικό καθεστώς.
Λόγω της κόντρας του με τον στρατηγό Γιαρουζέλσκι ο Βάιντα υποχρεώθηκε στη συνέχεια να κάνει ταινίες στο εξωτερικό, ανάμεσα στις οποίες το Danton (1983) με πρωταγωνιστή τον Ζεράρ Ντεπαρντίε.
Η τελευταία του ταινία με τίτλο Katyń που προτάθηκε για Όσκαρ το 2008 αφορούσε την τραγική ιστορία του πατέρα του Ζακούμπ, ο οποίος ήταν ένας από τους 22.500 Πολωνούς αξιωματικούς που σφαγιάστηκαν το 1940 από τους Σοβιετικούς στο δάσος του Κατίν. Ήταν λοχαγός του πολωνικού πεζικού και εκτελέσθηκε με μια σφαίρα στον σβέρκο από την NKVD, τη μυστική αστυνομία του Στάλιν.
Η τελευταία ταινία του με τίτλο «Powidoki» (Μετείκασμα, 2016), που έκανε πρεμιέρα τον Σεπτέμβριο στο Φεστιβάλ του Τορόντο και δεν έχει ακόμη βγει στις αίθουσες, θα είναι η πολωνική υποψηφιότητα στα φετινά Όσκαρ. Ο Βάιντα αφηγείται σ’ αυτή τα τελευταία χρόνια της ζωής ενός ζωγράφου της αβάν-γκαρντ και θεωρητικού της τέχνης, του Βλαντισλάβ Στρεμίνσκι, που πολέμησε εναντίον της σταλινικής εξουσίας. Ορισμένοι κριτικοί είδαν στην ταινία αυτή μια μεταφορά για τη σημερινή Πολωνία της οποίας ηγούνται οι συντηρητικοί του Κόμματος Δικαίου και Δικαιοσύνης (PiS).
Στην πλούσια καριέρα του, έχει τιμηθεί με πλήθος βραβείων, ενώ τέσσερις συνολικά ταινίες του έχουν προταθεί για το αντίστοιχα Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας:
- The Promised Land (1975)
- The Maids of Wilko (1979)
- Man of Iron (1981)
- Katyń (2007)
Δεν το κέρδισε ποτέ, αλλά το 2000 τιμήθηκε από την Αμερικάνικη Ακαδημία Κινηματογράφου για τη συνολική προσφορά του, στον χώρο της Έβδομης Τέχνης για περισσότερες από πέντε δεκαετίες. Το χρυσό αγαλματίδιο του το παρέδωσε η Τζέιν Φόντα.