Το «βέτο» που δεν τέθηκε και οι «επιτυχίες» στη Σύνοδο Κορυφής για το μεταναστευτικό

0

Μια άλλη εικόνα για τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. σε ότι αφορά το μεταναστευτικό επιχειρεί να προβάλει η κυβέρνηση παρουσιάζοντας ακόμα και την παράταση 15 ημερών για ανοικτά σύνορα ως σχεδόν τρομερή επιτυχία των διπλωματικών ελιγμών του κ. Τσίπρα καθώς και την υποτιθέμενη απειλή του βέτο προκειμένου να διατηρήσει το status quo.

Ο κ. Τσίπρας που καλλιέργησε το μύθο της υποτιθέμενης σκληρής διαπραγμάτευσης δήλωσε ότι «ήρε τις επιφυλάξεις επί των Συμπερασμάτων, όταν έλαβε διαβεβαιώσεις από τους ηγέτες των χωρών που ανήκουν στο λεγόμενο διάδρομο των Βαλκανίων ότι δεν πρόκειται να μεταβληθεί το υφιστάμενο σήμερα καθεστώς σε σχέση με τα εσωτερικά σύνορα της Ευρώπης…».

Για να δούμε τι ακριβώς κέρδισε χθες ο κ. Τσίπρας στην Σύνοδο Κορυφής;

  1. Γενικές αναφορές και ευχολόγια όπως «… ο στόχος πρέπει να είναι η ταχεία αναχαίτιση των ροών, η προστασία των εξωτερικών συνόρων, η μείωση της παράνομης μετανάστευσης και η διαφύλαξη της ακεραιότητας του χώρου Σένγκεν».
  2. Ανεπίσημα και χωρίς καμιά δέσμευση, ότι δεν θα κλείσουν τα σύνορο της Ελλάδας τις επόμενες …15 ημέρες.

Με αυτά και με την ευχή ότι θα αποδώσει η επιχείρηση του ΝΑΤΟ και η Τουρκία θα συμμορφωθεί και θα εφαρμόσει τις δεσμεύσεις της για την ανάσχεση των μεταναστευτικών ροών, η Ελλάδα συνεχίζει να δέχεται χιλιάδες μετανάστες κάθε εβδομάδα, τα κυκλώματα των διακινητών επεκτείνονται προς το Νότο και φτάνουν μέχρι το Καστελόριζο, το οποίο κινδυνεύει μετά τις 6 Μαρτίου να βρεθεί με εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες εγκλωβισμένους στο έδαφός του.

Ουσιαστικό θέμα για κλείσιμο των ελληνικών συνόρων δεν υπήρξε ποτέ. Το μεγάλο πρόβλημα για την Ελλάδα θα είναι να ελαχιστοποιηθούν οι αριθμοί που θα επιτρέπει η πΓΔΜ να περνούν στο έδαφος της, καθώς τα Σκόπια έχουν ήδη προειδοποιήσει σε συνεννόηση φυσικά και με την Αυστρία και με άλλες ευρωπαϊκές χώρες ότι θα περιορίζουν τις διελεύσεις στο πλαίσιο του αριθμού προσφύγων που είναι διατεθειμένα να δέχονται τα κράτη μέλη.

Επίσης, πρακτικά θέμα εξόδου της Ελλάδας από την Σένγκεν δεν υφίσταται, άλλα εφόσον δεν ανασχεθεί το μεταναστευτικό ρεύμα και με την λήξη της τρίμηνης προθεσμίας που έχει δώσει η Κομισιόν στην Ελλάδα, τότε τα κράτη μέλη της Σένγκεν θα μπορούν να επαναφέρουν «προσωρινά» τους ελέγχους στα σύνορά τους ή να τους επεκτείνουν χρονικά. Ουσιαστικά δηλαδή θα έχουμε «αναστολή» λειτουργίας της Σένγκεν σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και με την πίεση πλέον να μεταφέρεται αλυσιδωτά στα ελληνικά σύνορα.

Όμως στα Συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής υπήρχαν κι άλλες αναφορές τις οποίες μάλλον δεν θέλησε η ελληνική κυβέρνηση και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας να παρουσιάσει.

Στα Συμπεράσματα αναφέρεται ότι θα πρέπει να αποκατασταθεί η ομαλή λειτουργία της Σένγκεν με την εφαρμογή του κώδικα Συνόρων της Σένγκεν, ώστε τα κράτη μέλη να «αρνούνται στα εξωτερικά σύνορα την είσοδο σε υπηκόους τρίτων χώρων που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις εισόδου ή δεν έχουν υποβάλλει αίτηση ασύλου μολονότι μπορούσαν να το πράξουν…». Επίσης επισημαίνεται η ανάγκη προώθησης των μετεγκαταστάσεων με την δημιουργία των εγκαταστάσεων υποδοχής που απαιτούνται για την φιλοξενία των μεταναστών υπό ανθρώπινες συνθήκες μέχρι την αποσαφήνιση της κατάστασης τους…

Οι αναφορές αυτές είναι απολύτως ανησυχητικές για την Ελλάδα. Η ομαλή λειτουργία της Σένγκεν συνδέεται ευθέως με την άρνηση εισόδου σε υπηκόους τρίτων χωρών που δεν έχουν τις προϋποθέσεις… Από τους εισερχομένους στην Ελλάδα πλέον ένα ποσοστό περίπου στο 45% είναι σε αυτή την κατηγορία, οι οποίοι προέρχονται από το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, το Μαρόκο ή την Αλγερία θεωρούνται ως οικονομικοί μετανάστες. Η Ελλάδα η οποία φυσικά δεν μπορεί να κάνει έλεγχο στο βαρκάκι που φθάνει στα παράλια των ελληνικών νησιών για το ποιος ανήκει, σε ποιά κατηγορία, είναι υποχρεωμένη να τους δέχεται όλους, να τους φιλοξενεί όλους και κατόπιν να γίνεται η καταγραφή, όπου θα πιστοποιείται ποιοί έχουν τις προϋποθέσεις για να τύχουν προστασίας με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται και η «ομαλή λειτουργία της Σένγκεν». Οι υπόλοιποι απλώς θα μένουν στην Ελλάδα, η οποία οφείλει να τους φιλοξενεί μέχρι να πεισθούν οι χώρες προέλευσης να δεχθούν την επιτήρηση των πολιτών τους. Από το περασμένο φθινόπωρο ελάχιστες περιπτώσεις επιστροφής υπήρξαν, ενώ συγχρόνως δεν λειτουργεί με επιλογή της Τουρκίας η συμφωνία επανεισδοχής.

Όσο κι αν η ελληνική κυβέρνηση θέλει να ξεχνά τη  δέσμευσή της για φιλοξενία τουλάχιστον 50.000 μεταναστών, οι υποδομές που πιέζεται τώρα να δημιουργήσει θα αποτελέσουν ουσιαστικά την «αποθήκη» δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, τους οποίους δεν θέλει κανείς.

Εκείνο δε που χρήζει μεγάλης προσοχής, είναι προσπάθεια που γίνεται της Γερμανίας αλλά και των άλλων χωρών δέχονται να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης, ότι προσανατολίζονται στην επιλογή η μετεγκατάσταση να γίνεται σε μεγάλο βαθμό από το τουρκικό έδαφος. Μια τέτοια επιλογή είναι προφανές ότι θα μειώσει αντίστοιχα τον αριθμό προσφύγων που θα αποχωρεί από την Ελλάδα.

Επίσης σημαντική παράμετρος είναι και ο κίνδυνος που διατρέχει η χώρα από την επανεργοποίηση του Δουβλίνου. Με την κατασκευή όλων των αναγκαίων υποδομών θα εκλείψει ο λόγος βάσει του οποίου το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αναστείλει την εφαρμογή της Σένγκεν για την Ελλάδα. Και έτσι υπάρχει πλέον ο κίνδυνος, αφού υπάρχουν υποδομές φιλοξενίας να επιστρέφονται στην Ελλάδα όλοι όσοι παράτυποι μετανάστες και μη δικαιούμενοι καθεστώτος ασύλου, που έχουν εισέρθει στην Ζώνη Σένγκεν από τα ελληνικά σύνορα, συλλαμβάνονται σε οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης.

Ο κ. Τσίπρας εντελώς παραδομένος στις πιέσεις της κ. Μέρκελ και στις διαθέσεις του Α. Νταβούτογλου και του Τ. Ερντογάν, απλώς περιμένει και… ελπίζει, ότι η Τουρκία θα κάνει αυτό που δεν έκανε μέχρι τώρα κάτι που φοβούμαστε ότι δεν πρόκειται να κάνει και το επόμενο διάστημα, δεδομένου ότι η Άγκυρα έχει συνδέσει το προσφυγικό με την προσπάθεια της να αντιστρέψει την αρνητική τροπή που είχε πάρει για τα τουρκικά εθνικά συμφέροντα η κρίση στην Συρία.

Και προς το παρόν τα ανταλλάγματα που φαίνεται να ζητά, όπως η δημιουργία Buffer Zone στην Βόρεια Συρία, δεν μπορεί να της τα προσφέρει ούτε η κ. Μέρκελ, ούτε πολύ περισσότερο ο κ. Τσίπρας.

Share.

Comments are closed.