Το 2015 θα καταγραφεί στην ιστορία ως το έτος της κορύφωσης του λαϊκισμού στη χώρα μας. Με το 2016 ανέτειλε ένα νέο κεφάλαιο. Του τέλους της “αθωότητας”. Είναι πολύ δύσκολο πλέον να επανεμφανιστεί κάποιο από τα υπάρχοντα λαϊκίστικα κόμματα ή να εμφανιστεί κάποιο νέο στις επόμενες εκλογές και να αποτολμήσει να δημαγωγήσει με υποσχετικές προς τον λαό, προκειμένου να γίνει κυβέρνηση. Ο μύθος αυτός κατέρρευσε μαζί με το τέλος της αξιοπιστίας των σημερινών πολιτικών σχηματισμών. Αρχίζει σιγά-σιγά, και θα εντείνεται με τον καιρό, να συνειδητοποιείται περισσότερο η πραγματική κατάσταση της χώρας και η ανάγκη προσαρμογής της με περισσότερο ορθολογιστικούς τρόπους.
Ο διαβρωτικός, και ου μόνο, λαϊκισμός ως κυρίαρχη ιδεολογία των τελευταίων τουλάχιστον 40 ετών στην πατρίδα μας δεν θα εξαλειφθεί, βεβαίως, και για αρκετά χρόνια θα έχει ακόμα ρίζες στην κοινωνία, αλλά είναι εξίσου φανερό ότι στις φωτισμένες περιοχές των νεότερων γενεών Ελλήνων, που απέκτησαν μεγαλύτερη επαφή με τις κινήσεις του σημερινού κόσμου, οι σκιαμαχίες των σημερινών πολιτικών προσώπων λίγο ενδιαφέρουν για τον ρόλο που είτε παίξαμε είτε για αυτόν που φιλοδοξούν κάποιοι να παίξουν. Την ιστορία την κινούν κυρίως αντικειμενικές και απρόσωπες συνθήκες και εξελίξεις και είναι αυτές που δημιουργούν τα μεγάλα υπόγεια κοινωνικά ρεύματα και ενεργοποιούν τις εσωτερικές δυνάμεις. Οι δυνάμεις αυτές διαμορφώνουν τις νέες “καταστάσεις”. Οι προνομιούχες αντιλήψεις είναι το όχημα και ο ελληνικός λαϊκισμός θα αρχίσει από το 2016 να μην είναι η βασιλεύουσα αντίληψη.
Ο λαϊκισμός στη χώρα μας δεν λειτούργησε απλώς και μόνο ως δημαγωγικό εμπόριο ελπίδων προς τις ασθενέστερες τάξεις και τους “κυνηγούς” της εύκολης ευμάρειας, αλλά, δυστυχώς, εξελίχθηκε και κατέληξε με την πάροδο του χρόνου σε πολιτιστικό μόρφωμα που λειτουργεί ως φιλοσοφία, νοοτροπία, αντίληψη ζωής με συγκεκριμένες πρακτικές και συμπεριφορές. Γι’ αυτό, σταθερά και επιταχυνόμενα, το πνεύμα του εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας θα επανέλθει, με προοπτική διάρκειας και όχι ως παροδικά και ολιγόχρονα φωτεινά διαλείμματα στην ιστορική διαδρομή της χώρας.
Για ένα είμαι βέβαιος… Η περίφημη φράση του φεουδάρχη της Σικελίας, Tomasi di Lampedusa, στο περίφημο έργο “Ο Γατόπαρδος”, “πρέπει να αλλάξουμε για να μείνουμε ίδιοι” δεν θα ισχύσει στην περίπτωση της Ελλάδας· όσες προσπάθειες εξαπάτησης και αν επιχειρήσουν οι διάφορες εκφάνσεις του λαϊκισμού να αλλάξουν λεοντή τους για να παραμείνουν επικαρπωτές της χώρας, είτε ανήκουν στην πολιτική, είτε στην οικονομική, είτε την πνευματική κ.λπ. ελίτ. Ο αυθεντικός και αποτελεσματικός εκσυγχρονισμός των δομών της χώρας είναι και ο όρος επιβίωσής της. Γιατί είναι νομοτέλεια και άφευκτη ανάγκη.
Η στρατηγική και οι τακτικές των ποπουλιστών σε όλο τον κόσμο είναι πάντα η πρόσκαιρη αγορά πολιτικού χρόνου και η προσπάθεια να πείσουν τους λαούς ότι το παραγόμενο από αυτούς ζωτικό για την επιβίωσή τους στην εξουσία ψεύδος είναι και η ιαματική ελπίδα του. Την ταύτιση αυτή, ψευδούς και ελπίδας, θα πρέπει συνεχώς να την ανανεώνουν. Όταν ο λαός κάποια στιγμή αρχίζει να αντιλαμβάνεται την πλάνη του, το λαϊκίστικο σύστημα αμέσως αντιδρά, οικοδομώντας συνθήκες μηδενισμού και αδιαφορίας την οποία τόσο χαρακτηριστικά περιέγραψε ο μεγάλος Σικελός συγγραφέας Elio Vittorini με τη φράση του “η αδιαφορία στην απουσία κάθε ελπίδας”.
Για παράδειγμα, το συνταξιοδοτικό πρόβλημα. Η κυβέρνηση υποδύεται ότι δεν θα προχωρήσει σε περικοπές συντάξεων. Ενδέχεται, για καθαρά πολιτικούς λόγους, να μην το επιχειρήσει τις επόμενες μέρες και να καταφέρει να παρακάμψει την τρόικα, η οποία, σε αυτήν την περίπτωση, με τη σειρά της, πάλι για πολιτικούς λόγους, θα επιδείξει ανοχή. Καθαρή περίπτωση αγοράς πολιτικού χρόνου και για τις δύο πλευρές. Ως ποτέ, όμως; Τα μαθηματικά δεν λένε ποτέ ψέματα. Η χώρα αδυνατεί να καταβάλει συντάξεις εάν δεν γίνουν περικοπές, και μάλιστα οριζόντιες σε όλο το φάσμα, και, επιπροσθέτως, δεν αναζητηθούν νέοι πόροι επαναχρηματοδότησης του ασφαλιστικού τομέα, ο οποίος δεν περιλαμβάνει μόνο συντάξεις, αλλά και δαπάνες υγείας. Η κυβέρνηση, αλλά, και η τρόικα, ξέρουν, αλλά και εμείς ξέρουμε ότι δυστυχώς τον Ιούνιο, με αφορμή το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που προβλέπεται στο Μνημόνιο που υπέγραψε τον Αύγουστο το σημερινό κυβερνών κόμμα, θα υπάρξουν αναγκαστικά μεγάλες περικοπές συντάξεων. Δεν πρόκειται να το αποφύγει η κυβέρνηση, διότι οι αριθμοί και η γλώσσα των πραγμάτων είναι αμείλικτοι. Με το νέο μεσοπρόθεσμο Μνημόνιο που θα υπογράψει η Ελλάδα τον Ιούνιο, που σχεδόν οι πάντες υποκρίνονται πως δεν γνωρίζουν, θα προσδιοριστούν τα χρηματοδοτικά κενά του ’17 και ’18 με βάση και προσθετικά τα χρηματοδοτικά κενά του 2015 και 2016. Εκτιμώ ότι τα δημοσιονομικού χαρακτήρα μέτρα θα ανέλθουν περίπου στα 7 δισ.
Φοβούμαι όμως, ότι στη δύσκολη κατάσταση που βρίσκεται η ελληνική οικονομία και οι Έλληνες πολίτες, η λήψη αυτής της έκτασης δημοσιονομικών μέτρων (νέες φορολογίες, περικοπή συντάξεων και μισθών κ.λπ.) δεν θα είναι τον Ιούνιο πολιτικά και κοινωνικά διαχειρίσιμη. Ακόμα και, στην απίθανη περίπτωση, να υπάρξει βάση ευρείας κοινοβουλευτικής υποστήριξης, η προσπάθεια αυτή θα καταρρεύσει και μαζί με αυτήν θα παρασύρει και όλους τους τότε πολιτικούς διαχειριστές της χώρας, κάτω από τον νόμο της πολιτικής βαρύτητας, αφού θα έχουν ήδη χαθεί και οι τελευταίες αντίρροπες κοινωνικές δυνάμεις στήριξης και εμπιστοσύνης.
Εύχομαι να διαψευστώ.