Τι θα γίνει, στην περίπτωση που την επομένη των εκλογών τα κόμματα που θα έχουν εισέλθει στη Βουλή δεν θα καταφέρουν να σχηματίσουν μια ευρεία συμμαχία;
Το CNBC ζήτησε τη γνώμη ειδικών της αγοράς και της οικονομίας για να καταλήξει στο εξής συμπέρασμα: αν συμβεί κάτι τέτοιο η κρίση θα βαθύνει και οι κίνδυνοι θα αυξηθούν για τη χώρα.
Όπως αναφέρει το άρθρο του αμερικανικού δικτύου, το τελευταίο διάστημα έχουν συμβεί πολλά εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Πρώτον, χρειάστηκε να κάνει κοπιώδεις και μαχητικές διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές, στη συνέχεια αναγκάστηκε σε αναδίπλωση και τελικά έγινε η διάσπαση στο εσωτερικό του αμέσως μετά την προκήρυξη των εκλογών από τον Αλέξη Τσίπρα.
Ο πρώην πρωθυπουργός εξακολουθεί να ζητεί αυτοδυναμία, αλλά στην ελληνική κοινωνία είναι διάχυτος ο πεσιμισμός. Το 61% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και το 67% των αντίστοιχων της ΝΔ αισθάνονται ότι η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα θα γίνει χειρότερη το 2016.
Οι διεθνείς πιστωτές αλλά και τα ξένα ΜΜΕ, ολοένα και περισσότερο, προβάλλουν την ανησυχία τους για την επόμενη ημέρα των εκλογών και για την πιθανότητα να μην υπάρξει σταθερή κυβέρνηση.
Ο Γερμανός οικονομολόγος και πρώην μέλος της ΕΚΤ Ότμαρ Ίσινγκ λέει στο CNBC ότι το αποτέλεσμα των εκλογών είναι αρκετά αβέβαιο.
«Ο Τσίπρας έχει χάσει τη δημοφιλία του, άρα μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε για το τι είδους κυβέρνηση θα σχηματιστεί. Το τελευταίο πράγμα που θέλει να βιώσει η Ελλάδα είναι να μην καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση. Χρειάζεται ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον για να προωθηθούν και να εφαρμοστούν οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις».
Ο κ. Ίσινγκ σημειώνει ότι οποιαδήποτε κυβέρνηση προκύψει θα χρειαστεί να προσφέρει ένα κλίμα σταθερότητας στους Έλληνες, αλλά και στους επενδυτές. «Σε αντίθετη περίπτωση, η κρίση θα συνεχιστεί».
Από τη μεριά του, ο επικεφαλής οικονομολόγος της HSBC, Στίβεν Κινγκ, σημειώνει ότι θα υπάρξουν περισσότεροι πολιτικοί διαπληκτισμοί τα επόμενα χρόνια. Λόγω του τρίτου Μνημονίου και των αυστηρών στόχων που έχουν θέσει στη χώρα οι δανειστές.
«Η Ελλάδα θα πρέπει να κατεβάσει το εργασιακό κόστος και πρέπει να γίνει πιο ανταγωνιστική. Αυτές οι αποφάσεις θα βρεθούν στο κέντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης τα επόμενα δύο με τρία χρόνια», λέει.
Για να συμπληρώσει: «Η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε μια απίστευτη δέσμευση να τρέξει ένα πρωτογενές πλεόνασμα για τα επόμενα χρόνια και είναι δύσκολο να βρει άλλο παράδειγμα χώρας σε όλο τον κόσμο που να μην έχει δεχθεί το όφελος μιας κάποιας υποτίμησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας της. Επομένως, η Ελλάδα έχει μπροστά πολύ δρόμο ακόμη μέχρι να επιστρέψει σε μια αίσθηση οικονομικής κανονικότητας».