Σκληρή στάση απέναντι στους δανειστές που οδηγεί αναπόφευκτα στον δρόμο της δραχμής είναι η πρόταση του iskra.gr του Παναγιώτη Λαφαζάνη, σε άρθρο που αναρτήθηκε στον ιστότοπο αμέσως μετά το τέλος της Συνόδου Κορυφής.
Προτείνει να επιμείνει η ελληνική πλευρά «στο σεβασμό της γιγάντιας λαϊκής εντολής και σε μια συμφωνία συμβατή και σε ισορροπία, με τις κυβερνητικές δεσμεύσεις». Tο κείμενο με τίτλο «Από Σύνοδο σε Σύνοδο σύρεται το ελληνικό λαϊκό αίτημα για αξιοπρέπεια», προειδοποιεί ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για όλα τα ενδεχόμενα, μεταφράζοντας με αυτόν τον τρόπο το τελεσίγραφο των Μέρκελ-Γιούνκερ-Τουσκ για συμφωνία μέχρι την Κυριακή, διαφορετικά θα υπάρξει Grexit.
«Η Γερμανία, ενδεχομένως, να συνεχίσει να επιδεικνύει τις επόμενες ημέρες ασύγγνωστη πυγμή αδιαλλαξίας, αρνούμενη πεισματικά κάθε επίδραση από το στεντόρειο “όχι” του ελληνικού δημοψηφίσματος» αναφέρει το άρθρο που υπογράφει ο Νίκος Περπεράς, ο οποίος προσθέτει: «Αν, όμως, αυτή η επίδειξη πυγμής από το Βερολίνο δεν μεταφραστεί σε συμφωνία, πράγμα που προϋποθέτει άτακτη υποχώρηση της ελληνικής κυβέρνησης, τότε η Γερμανία κινδυνεύει να χάσει πάρα πολλά και κρίσιμα από εξελίξεις που «υποχρεωτικά» θα σπρώξουν την Ελλάδα σε τροχιά εθνικού νομίσματος».
Στη συνέχεια τονίζεται η ανάγκη να επιδειχθεί «συνέπεια και σταθερότητα» στη βάση «της γιγάντιας λαϊκής εντολής» αφού στην αντίθετη περίπτωση η κρίση, όπως αναφέρει, θα διαιωνιστεί και θα επιδεινωθεί. «Μια “προκρούστεια” συμφωνία που θα εξουθενώνει το λαό και την οικονομία, θα είναι ό,τι το χειρότερο για το ελληνικό μέλλον. Θα είναι κυριολεκτικά καταστροφή! Μια συμφωνία που δεν θα βάζει φρένο στη λιτότητα, δεν θα προβλέπει ικανή ρευστότητα για την οικονομία και βαθιά διαγραφή του χρέους, δεν έχει τίποτα να προσφέρει στην πατρίδα μας. Το αντίθετο, θα διαιωνίσει την κρίση και θα την επιδεινώσει.
»Η Ελλάδα δεν διαθέτει μια και μόνο αλλά πολλές επιλογές. Όλες δύσκολες και δύσβατες. Η χειρότερη, όμως, η πιο εξοντωτική, η πιο ταπεινωτική και ανυπόφορη, είναι η παράδοση και η υποταγή στους “Θεσμούς” της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ» καταλήγει το άρθρο.