Πέθανε η σπουδαία ηθοποιός Λίλη Παπαγιάννη

0

Καμία δεν ήταν τόσο κομψή. Στον ρόλο της φίλης, της χήρας, της ερωμένης, υπήρξε πάντα απίστευτα κομψή και αριστοκρατική. Η Λίλη Παπαγιάννη έφυγε σήμερα από τη ζωή, σε ηλικία 80 ετών.
Είχε σπουδάσει στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης και η πρώτη της εμφάνιση στο θέατρο ήταν το 1957, στον «Πλούτο» του Αριστοφάνη. Την ίδια χρονιά γνώρισε και παντρεύτηκε με τον ηθοποιό Ανδρέα Φιλιππίδη. Μαζί συγκρότησαν θίασο ως το 1965. Στη συνέχεια και ως το 1969 συνεργάστηκε με το ΚΘΒΕ σε παραστάσεις, ενώ από το 1982 ως το 1988 έπαιξε στο Εθνικό Θέατρο.
Έγινε γνωστή και αγαπήθηκε από τη συμμετοχή της σε κινηματογραφικές ταινίες που έσπασαν τα ταμεία, όπως «Δεσποινίς διευθυντής», «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα», «Η χαρτοπαίχτρα», «Μια τρελή τρελή οικογένεια».
Η Λίλη Παπαγιάννη τα τελευταία χρόνια έμενε μακριά απ’ όλους. Εσωστρεφής, ανέκαθεν προτιμούσε τη συντροφιά του συζύγου της, διάσημου ηθοποιού Ανδρέα Φιλιππίδη και των ελάχιστων ανθρώπων του κύκλου τους. Ο Γολγοθάς της ξεκίνησε όταν έχασε τον σύζυγό της Ανδρέα Φιλιππίδη. Ηταν αχώριστοι, λάτρευαν ο ένας τον άλλον και ο χαμός του τη βύθισε σε λύπη που δεν την ξεπέρασε ως τον θάνατό της. Ο Ιανουάριος του 1989, που ο ηθοποιός έφυγε από τη ζωή, ήταν ο χειρότερος της ζωής της.
Η δουλειά τους στο θέατρο τους εξασφάλισε τα απαραίτητα προς το ζην. Γι’ αυτό η Λίλλη δεν αντιμετώπισε ποτέ οικονομικά προβλήματα. Άλλωστε, εργάστηκε για πολλά χρόνια στο Εθνικό Θέατρο, κάτι που της εξασφάλισε σταθερότητα και ασφάλεια στη ζωή της.
«Δεν γνωρίζουμε καν αν μένει ακόμη στο ίδιο σπίτι στην Κυψέλη. Είχε κοντά της μια γυναίκα που τη βοηθούσε στις δουλειές και τα ψώνια. Τα τελευταία χρόνια είχε κλειστεί πολύ στον εαυτό της. Και το κουδούνι να της χτυπούσες, δεν θα σου άνοιγε την πόρτα» αποκάλυπταν γείτονες της μεγάλης ηθοποιού.
Ανέπτυξε αληθινή, μεγάλη φιλία με τη Δέσπω Διαμαντίδου, πρώτη σύζυγο του Ανδρέα Φιλιππίδη. Αν και αμφότερες αγάπησαν τον ίδιο άνδρα, περνούσαν μαζί τα απογεύματα του Σαββάτου σε μόνιμη βάση ως τον θάνατο της Διαμαντίδου στο σπίτι της δεύτερης στο Κολωνάκι.
Μαζί έπαιρναν τον καφέ ή το τσάι τους και μιλούσαν για θέατρο και για κινηματογράφο. Ζούσαν με τις αναμνήσεις. Ο θάνατός της ήταν ένα ακόμη θλιβερό γεγονός για τη Λίλη που έκανε τη μοναξιά της απέραντη».
Η κηδεία της θα γίνει την Πέμπτη, στις 12.00, από το Νεκροταφείο Ζωγράφου.

Η Ελενα Ακρίτα αποχαιρετά με ένα συγκλονιστικό κείμενο τη θεία της Λίλλη Παπαγιάννη
Η Ελενα Ακρίτα αποκαλύπτει ότι η Λίλλη Παπαγιάννη ήταν ξαδέλφη της μητέρας της και περιγράφει με τρόπο συγκινητικό τις αναμνήσεις και εμπειρίες της από τη σχέση τους.

Γράφει η Ελενα Ακρίτα:
Ακρίτα«Αντίο, θεία Λίλλη
Η Λίλλη Παπαγιάννη ήταν ξαδέλφη της μητέρας μου.
‘Θεία Λίλλη’ για μένα.
Την θυμάμαι, όταν ήμουνα μικρό κοριτσάκι, στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού στη Φιλοθέη… Να με παίρνει αγκαλιά, να με γεμίζει φιλιά, χωρίς να την νοιάζει αν θα τσαλακωθούν τα θεσπέσια μετάξια της.
Θυμάμαι το πιο γλυκό χαμόγελο του κόσμου…
Την πιο μελωδική φωνή του κόσμου…
Τα πιο εκτυφλωτικά μάτια του κόσμου…
Κι ένα γέλιο… αχ ένα γέλιο! Λες και τρύπαγε τους τοίχους της παλιάς μονοκατοικίας και ξεχυνόταν στο διπλανό οικόπεδο να μαζέψει χαμομήλια…
Κι ένα άρωμα εξαίσια γαλλικό, πάντα το ίδιο.
(Ακόμα και τώρα σαν να το εισπνέω, καθώς εισπνέω τις μνήμες σου, θεία Λίλλη…)
Ήταν πάντα τόσο γοητευτική, τόσο κομψή, τόσο αρχοντική και θηλυκή συνάμα… Αργότερα θα μου έλεγε ο Μάριος Πλωρίτης – που την είχε μαθήτρια στην Σχολή του Θεάτρου Τέχνης του Κάρολου Κουν – πως δεν υπήρχε ούτε ένας εκεί μέσα που να μην την είχε ερωτευτεί τρελλά. Συμμαθητές της και δάσκαλοι, όλοι στα πατώματα για της μάτια της Λίλλης…
Άλλωστε, δάσκαλο της ερωτεύτηκε και παντρευτηκε… Το Ανδρέα Φιλιππίδη. Και μετά τον θανατό του, το 1989, η θεία Λίλλη σαν να κατέβαζε ένα ένα τα ρολά της ζωής της. Σαν να έκλεινε ένα ένα τα παντζούρια και μας άφηνε όλους έξω…

Σταθερή της σύντροφιά, τα χρόνια μετά τον Ανδρέα, η Δέσπω Διαμαντίδου, η πρώτη σύζυγος του Φιλιππίδη. Ίσως αρχικά τις ένωσε το γεγονός ότι κι οι δυο αγάπησαν τον ίδιο άντρα. Πάντως, κάθε Σάββατο ανελλιπώς θα βρίσκονταν οι δυο τους. Θα έπιναν το τσάι τους οι δυο αυτές αρχόντισσες του θεάτρου…
Και θα μοιράζονταν μνήμες. Για παραστάσεις που τέλειωσαν, για θέατρα που άδειασαν, για Κυριακές των Βαϊων που παρήλθαν, βελούδιναν αυλαίες που ξέφτισαν, συναδέλφους απόντες κι ίσως πρόωρα λησμονημένους.

Νομίζω πως το 2004 που έφυγε η Δέσπω απ’ τη ζωή – η θεία Λίλλη έκλεισε και το τελευταίο παντζούρι της ζωής της… Και μας άφησε όλους έξω…
Παρ’ όλα αυτά ακόμα μιλούσαν με τη μαμά στο τηλέφωνο: «Να βρεθούμε, να πιούμε καφέ, να ‘ρθεις Συλβάκι, θα ‘ρθω Λίλλη μου»…

Όλο κάτι γινόταν… Κάτι απ’ αυτά τα μικρά τα καθημερινά… Κάτι απ’ αυτά που σ’ εμποδίζουν να δεις τον άνθρωπο που αγαπάς… Ίσως γιατί θεωρείς πως έχετε όλο τον καιρό μπροστά σας… Χωρίς να συνειδητοποιείς πως ο καιρός είναι πίσω σας. Ήδη πίσω σας…
Το 1992 μια περιπέτεια υγείας του πρώην άντρα μου Κώστα Αρζόγλου μας καθήλωσε για καιρό στο Γενικό Κρατικό. Την εποχή εκείνη την θυμάμαι ως ένα προοίμιο του σοόυμπιζ κιτρινισμού που σε λίγα χρόνια θα ήταν στις δόξες του: Οι κάμερες στα σκαλιά του νοσοκομείου, δημοσιογράφοι και φωτογράφοι απαθανάτιζαν το σύμπαν που έκανε παρέλαση έξω από το δωμάτιο. Από την Αλίκη έως την Μελίνα – έρχονταν, άλλοι για να δουν τον Κώστα κι άλλοι για να τους δουν ότι…ήρθαν να δουν τον Κώστα…
Κόντευε μεσάνυχτα στο Γενικό Κρατικό κι οι πάντες είχαν φύγει. Μόνο η μητέρα μου κι εγώ καθόμασταν εξουθενωμένες στις δυο καρέκλες του στενού δωματίου, ενώ ο Κώστας στριφογύριζε στον ύπνο του.
Η πόρτα άνοιξε τοσο απαλά σαν να την είχε αγγίξει μια αύρα… Διστακτικά μπήκε μέσα στις άκρες των ποδιών ένα αερικό…

Και θαρρεις πως στο μισοσκόταδο, τα μάτια της άναψαν όλα τα φώτα.
Η θεία Λίλλη περίμενε κρυμμένη σε μια γωνία να φύγουν οι κάμερες. Φορούσε – το θυμάμαι σαν τώρα – ένα υπέροχο μοβ παλτό σε άψογο κόψιμο. Τα μαλλιά της τα είχε αφήσει φυσικά κι είχαν ένα εκτυφλωτικά ασημί χρώμα. Χτενισμένα όπως παλιά, όπως την βλέπουμε στις ταινίες…
Και φυσικά το ίδιο εξαίσια γαλλικό άρωμα. Όπως τότε. Όπως όταν ήμουνα παιδί και μ’ έπαιρνε στην αγκαλιά της…
Έμεινε για λίγο κι ύστερα πήρε την αύρα της και χάθηκε ξανά μες το σκοτάδι…

Σήμερα γύρισα από τη δουλειά, μπήκα στο λαπ τοπ κι άρχισα να διαβάζω κάτι περίεργα «Αθηνάαααα» (από την ταινία ‘Δεσποινίς Διευθυντής’ με την Τζένη Καρέζη).
Σφίχτηκε κόμπος το στομάχι μου. Αυτό το «Αθηνάαααα» ήξερα τι σήμαινε.

Για τους θεατές έφυγε η «Αθηνάααα» τους.
Για τους συναδέλφους η Λίλλη Παπαγιάννη.
Για μένα έφυγε η θεία Λίλλη…
Που κούρνιαζα στην αγκαλιά της…
Που μύριζα το άρωμα της…
Που όλο ήθελα να τη ρωτήσω πως το λένε….
Κι όλο το ξέχναγα…
Και τώρα πια είναι αργά… Δεν ξέρω και δεν θα μάθω ποτέ πώς λέγανε το άρωμα της θείας Λίλλης. Κι αυτό – για κάποιο ανεξηγητο λόγο – σήμερα είναι τόσο σημαντικό. Και τόσο επώδυνο…

Κοιτάζω ψηλά… Ξέρω πως κάπου «εκεί πάνω» ένα καταπράσινο βλέμμα θα τυφλώνει τα σύννεφα….
Κι ο άνεμος σαν να ευωδιάζει από ένα εξαίσιο γαλλικό άρωμα…

Αντίο, θεία Λίλλη…
Αντίο, αγαπημένη μου…».

Share.

Comments are closed.