Το ιστορικό και ο πραγματικός κατάλογος των νεκρών του Πολυτεχνείου |
---|
Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012 |
Βασίλης Φουρτούνης, δάσκαλος
Το ιστορικό σύμφωνα με την έκθεση του εισαγγελέα Τσεβά Προηγηθέντα Την 20ήν Νοεμβρίου 1972 είχον διεξαχθή αρχαιρεσίαι εις απαντάς τους φοιτητικούς Συλλόγους των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων προς ανάδειξιν νομίμων εκπροσωπήσεων. Αποτέλεσμα όμως των αρχαιρεσιών τούτο ήτο η εις τας περισσότερος Σχολάς, πλην των τοιούτων τοπογράφων και Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, ανάδειξις εκπροσώπων ασχέτων και ξένων προς την αληθή βούλησιν των εκπροσωπουμένων. Δι' ο και σταθερόν, αμετάθετον και θερμόν ήτο το σύνθημα μεταξύ του σπουδαστικού κόσμου δια γνήσιας και αδιάβλητους αρχαιρεσίας. Το ειλικρινές και δίκαιον τούτο αίτημα απετέλεσε την απαρχήν των κατά Νοέμβριον 1973 γνωστών αιματηρών γεγονότων του Πολυτεχνείου. Από των αρχών ήδη του μηνός Νοεμβρίου, συμπληρουμένου του κατά νόμον ετησίου κύκλου των φοιτητικών εκπροσωπήσεων, το αίτημα τίθεται, καθίσταται γενικόν και εμφανίζεται σταθερόν, εμπνέον τους σπουδαστάς εις αποφασιοτικήν, προς ικανοποίησίν του, αγωνιστικότητα. Το έναυσμα του αγώνος δίδεται δια της υπό των Συλλόγων Τοπογράφων και Χημικών του ΕΜΠ δημοσιεύσεως δια του τύπου του από 8-11-1973 ψηφίσματος αναφερομένου εις σπουδαστικά μόνον ζητήματα και αιτήματα. Την 13ην Νοεμβρίου 1973 επισκέπτεται το Πολυτεχνείον ο τότε Υπουργός Παιδείας και Κυβερνήσεως Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη Παναγιώτης Σιφναίος, όστις εις μάτην προσπαθεί να κατευνάση τα πνεύματα, να πείση περί των αγαθών του προθέσεων κα να αναβάλη προς καιρόν τας αρχαιρεσίας, ελπίζων προφανώς εις την δια των ενεργηθησομένων βουλευτικών εκλογών εκτόνωσιν της καταστάσεως. Απέρχεται του Πολυτεχνείου άπρακτος και ανήσυχος, μη δυνηθείς να εφοδιάση τον πρύτανιν δια του όπερ είχεν υποσχεθή διατάγματος περί αναβολής των αρχαιρεσιών, ίνα δυνηθή να αρνηθή την υπό των σπουδαστών αιτηθείσαν ήδη, εν τω πλαισίω του νόμου, άδειαν συγκλήσεως των συνελεύσεων, διότι το διάταγμα τούτο - κατά την χαρακτηριστικήν έκφρασιν του τότε Υπουργού - «περιεπλανάτο εισέτι μεταξύ Αγαθαγγέλου και Παρασκευά Ιωαννίδη, καίτοι υπογραφέν υπ' αυτού από δεκαημέρου και πλέον».
Τετάρτη, 14-11-1973
Πέμπτη 15-11-1973
Παρασκευή, 16-11-1973
Ανακόπτεται όμως υπό αστυνομικών δυνάμεων η πορεία του και εις την συμβολήν των οδών Σταδίου - Δραγατσανίου και Κοραή επιχειρείται η βιαία διάλυσίς του. Κατά την επανακολουθήσασαν συμπλοκήν ρέει το πρώτον αίμα, διότι υπήρξαν εκατέρωθεν τραυματίαι. Κατά τινας μάλιστα μαρτυρίας, μη πλήρως εξελεγχθείσας, ετραυματίσθησαν θανασίμως νεαρά διαδηλώτρια και διαδηλωτής και επυροβολήθη δις Υπαστυνόμος ανεπιτυχώς (καταθέσεις υπ' αριθ. 215, 216 και 217). Στοιχεία ύποπτα και ανεύθυνα, ομαδικώς ή και ατομικώς ενεργούντα, προβαίνουν εις πράξεις βιαιοπραγίας κατά πολιτών και εις καταστροφάς περιουσιών (θραύσεις βιτρινών και προθηκών καταστημάτων - κατάθεσις 239). Ομάς διαδηλωτών επέτυχε και εισήλθε εις το επί της οδού Αιόλου αρ. 104 Μέγαρον της Νομαρχίας Αττικής και μετά κόπου εξεβλήθη υπό των αστυνομικών. Η κατάοτασις συνεχώς εκτραχύνεται και καθίσταται επικίνδυνος. Την 19.30 ώραν ζητείται υπό της Αστυνομίας η επικουρία της Χωροφυλακής, ήτις και αναλαμβάνει την φρούρησιν διαφόρων δημοσίων καταστημάτων, (έγγραφον της υπ' αρ. Ε 34356 Φ 0025 / 16-11-1973). Περί ώραν 20.30 αρχίζουν αι πρώτοι συγκεντρώσεις και επιθέσεις των διαδηλωτών κατά του επί της συμβολής των οδών Γ Σεπτεμβρίου και Μάρνη κτιρίου του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, αίτινες και κατά τρεις διαδοχικός φάσεις συνεχίζονται μέχρι της 22.30 ώρας. Επιτυγχάνεται αρχικώς η απόκρουσις και διάλυσίς των διαδηλωτών δι' απλών απωθήσεων και χρήσεως αστυνομικών ράβδων, ως και δακρυγόνων αερίων. Κατά τας τελικάς όμως φάσεις των επιθέσεων τούτων γίνεται χρήσις πυροβόλων όπλων, τη εντολή του Διοικητού του Μικτού Επιτελείου του Υπουργείου Στρατηγού Βαρνάβα. Ως προς τον χαρακτήρα της τοιαύτης χρήσεως των όπλων τα υπό των αρμοδίων υποστηριζόμενα σοβαρώς προς την πραγματικότητα αντιτίθενται. Ομιλούν ούτω περί πυροβολισμών εις τον αέρα προς εκφοβισμόν ενώ οι δύο (2) πρώτοι νεκροί εκ του καταλόγου των γνωστών θυμάτων έπεσαν εις τον γύρωθεν χώρον και ακόμη υπήρξαν πολλοί τραυματίαι. Εν τη ερεύνη ακολούθως της νομιμότητος της ούτω γενομένης χρήσεως των όπλων σοβαρά διαπιστούται αντίθεσις απόψεων των τότε υπευθύνων υπηρεσιακών παραγόντων, των μεν υποστηριζόντων ότι νομίμως εγένετο η χρήσις των όπλων (κατάθεσις υπ' αρ. 151), των δε τουναντίον ότι μεταξύ των νομίμων μέσων δεν ήτο και η χρήσις των όπλων κατά του πλήθους (κατάθεσις υπ' αριθ. 180). Η κατά του πλήθους όμως χρήσις των όπλων διαπιστούται, ως ετονίσθη ήδη, κατά τρόπον αναμφισβήτητον. Πέραν των συγκεκριμένων και επωνύμων θυμάτων, τα επί των κατέναντι τοίχων και των αυτόθι επί των οδών εσταθμευμένων αυτοκινήτων διαπιστωθέντα και εισέτι υπάρχοντα ίχνη εκ προσκρούσεως βλημάτων πυροβόλων όπλων, εις μακρόν μάλιστα από του εδάφους ύψος καταδεικνύουν το έωλον του περί εκφοβιστικών βολών ισχυρισμού. Η ύπαρξις τέλος ελευθέρων σκοπευτών, ελευθέρως εις τον χώρον του Υπουργείου κινουμένων, καθιστά ύποπτον πάσαν αντίθετον θέσιν. Διότι υπήρξεν αληθώς τραγική εν τη ενεργηθείση ερεύνη η ακόλουθος αποκάλυψις: Άτομον εν πολιτική περιβολή, φέρον κόμην μακράν και γενειάδα, εκράτει μακρύκανον πυροβόλον όπλον και ου μόνον ελευθέρως και ανεμποδίστως ως εις οικείον και γνώριμον χώρον, εκινείτο μεταξύ των οργάνων του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, αλλά και επυροβόλει δια του όπερ έφερε φονικού όπλου εκ διαφόρων σημείων του κτιρίου και από της ταράτσας, αλλά και εκτός αυτού, κατά του πλήθους ή και μεμονωμένων διαδηλωτών προς το Πολυτεχνείον και την οδόν Αβέρωφ. Τα στοιχεία ταυτότητος και η κακούργος συμπεριφορά του αδιαστάκτου τούτου φονέως βεβαιούνται εκ των συλλεγεισών αποδείξεων (οράτε καταθέσεις υπ' αρ. 25, 151, 181 και 251). Από της 20.00 ώρας περίπου ήρχισεν η εντός και εκτός του Πολυτεχνείου ρίψις βομβίδων δακρυγόνων υπό της Αστυνομίας, ενώ η ψυχραιμία και η υπευθυνότης είχον εγκαταλείψει πολλά από τα κατώτερα ιδία, όργανα της. Ου μόνον εκτύπων ανηλεώς και βαναύσως τους διαδηλωτάς, σοβαράς προκαλούντες εις τούτους κακώσεις, αλλά και επυροβόλουν δια των όπλων των (καταθέσεις υπ' αριθ. 209, 227, 228 και 258). Και είναι εύκολον να κρίνη τις και να παρακολούθηση την κατεύθυνσιν των υπό την δόνησιν παρομοίων ψυχικών εκρήξεων εξαπολυομένων βολίδων! Εις έτερα σημεία των οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας πυραί ηνάπτοντο, οχήματα μετεκινούντο και ανετρέποντο, οδοφράγματα ανεγείροντο, φθοραί και καταστροφαί περιουσιών προεκαλούντο. Και μέσα εις τον ορυμαγδόν αυτόν της καταστροφής και του ελλοχεύοντας θανάτου έπιπτον οι πρώτοι νεκροί και τραυματίαι. Είναι έργον δικαιοσύνης δε εξ υπαρχής να τονισθή ότι η τραγωδία δεν υπήρξεν μονόπλευρος και δεν εβάρυνεν μόνον το άοπλον πλήθος και τους νέους διαδηλωτάς, διότι υπήρξαν και περιπτώσεις τραυματισμού αστυνομικών. Κατά δεκάδας οι τραυματίαι διακομίζονται εις τον πρόχειρον υγειονομικόν σταθμόν του Πολυτεχνείου και εκείθεν προς τον ΣΑΒ και το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών. Πολλοί δε εξ αυτών εισήρχοντο εις τας γύρωθεν κατοικίας όπου ευγενείς συνάνθρωποι τους περιέθαλπον και προσέφεραν τας υπηρεσίας των. Είχεν αρχίσει ήδη η κίνησις των ασθενοφόρων. Δεν υπήρξεν όμως η αναμενόμενη, ούτε ανάλογος προς το μέγεθος της καταστροφής. Δισταγμός, επιφυλακτικότης, φόβος; Ίσως, διότι και ασθενοφόρα εβλήθησαν και παρημποδίσθησαν υπό ομάδων πολιτών και της Αστυνομίας να εκτελέσουν το έργον των (καταθέσεις υπ' αριθ. 68 και 227). Άγνωστον τι ακριβώς επηρέασε την βούλησιντων υγειονομικώς υπευθύνων. Υπήρξαν όμως και ενθαρρυντικοί εξαιρέσεις διακεκριμένων πράξεων φιλαλληλίας και αλτρουισμού. Ιατροί των γύρω περιοχών προσέτρεξαν εις το Πολυτεχνείον, υπείκοντες εις την φωνήν του ανθρωπιστικού και ιατρικού των καθήκοντος, άγνωστοι και ανώνυμοι ιδιώται κινητοποιούνται, αδελφοί νοσοκόμοι προσφέρονται και ιατροί εκ του Ρυθμιστικού Κέντρου κατέρχονται εις το Πολυτεχνείον δια να προσφέρουν τας υπηρεσίας των και παραλάβουν τραυματίας. Ότε όμως ήρχισεν η διακομιδή των πρώτων τραυματιών, εις το Ρυθμιστικόν Κέντρο Αθηνών η ανθρωπινή βαρβαρότης έδειξε το αληθές προσωπείον της, ημαύρωσε και διέσυρε πάσαν έννοιαν φιλαλληλίας και ανθρωπισμού. Οι τραυματίαι δεν απετέλουν εκεί αντικείμενον περιθάλψεως και μερίμνης, αλλά στόχον καννιβαλικών εκδηλώσεων εκ μέρους ευάριθμων, εκ των αυτόθι υπηρεσιακώς ευρισκομένων, αστυνομικών υπαλλήλων, υπό τας ευλογίας και παροτρύνσεις του τότε διοικητικού Διευθυντού του Νοσοκομείου, όστις κραδαίνων παρανόμως περίστροφον, υβρίζων και απειλών και βλάσφημων, περιεφέρετο εις τους χώρους του Νοσοκομείου ενσπείρων τον τρόμον (οράτε και κατάθεσιν του ιδίου). Υβρίζοντα αναιδώς και εκακοποιούντο βαναύσως ου μόνον οι τραυματίαι αλλά και οι συνοδοί των. Και υπήρξαν πολλοί περιπτώσεις βαρύτατων τραυματισμών, υπό των «γενναίων» αυτών αστυνομικών προκληθέντων. Το ανήκουστον όμως και φοβερόν είναι ότι εδολοφονήθη άνθρωπος εν ψυχρώ εκ της κακουργίας των ταύτης: «Γύρω στα μεσάνυχτα της Παρασκευής - κατατίθεται υπό υπαλλήλου του Ρυθμιστικού (κατάθεσις υπ' αρ. 78) - ένας νέος άνθρωπος, ήλθε στο Ρυθμιστικό, ζητώντας πληροφορίες για τους δικούς του. Πέσανε επάνω του τρεις αστυφύλακες που ήσαν στο Ρυθμιστικό και τον κομμάτιασαν κυριολεκτικώς στο ξύλο με αποτέλεσμα να πεθάνη. Τον μετέφεραν εν συνεχεία, στον νεκροθάλαμο». Του τραγικού περιστατικού υπήρξαν και άλλοι αυτόπται, οι οποίοι καταθέτουν ομοίως και αποκαλύπτουν μερικούς εκ των δολοφόνων (καταθέσεις υπ' αριθ. 69, 70, 77, 79, 86 και 94). Ιατρός χειρουργός Ρυθμιστικού καταθέτει ότι υπέκυψεν εις τας χείρας του τραυματίας δια πυροβόλου όπλου, συνεπεία βαρείας κρανιοεγκεφαλικής κακώσεως εκ ξυλοδαρμού (κατάθεσις υπ' αριθ. 86) και υπάλληλος του ιδίου Νοσοκομείου τονίζει ότι: «το θέαμα ήτο φοβερό και μας έκανε να ντρεπόμαστε για την κατάντια μας» (κατάθεσις υπ' αριθ. 79). Εν όψει της θλιβερός ταύτης πραγματικότητας οι μεν ιατροί εφυγάδευσαν τους τραυματίας ή κατεσκεύασαν ψευδώς τα στοιχεία της ταυτότητος των, ίνα αποφύγουν ούτοι τας εν συνεχεία βεβαίας κακοποιήσεις των, οι δε τραυματίαι απέφευγαν να μεταβούν εις Νοσοκομεία ή Κλινικός. Και ούτω την ενροπήν, περί ης η ανωτέρω κατάθεσις, διεδέχθη ο φόβος των ασθενών και η εκ των Ναών της Υγείας απομάκρυνσίς των! Δείγμα και τούτο της πολιτιστικής εξελίξεως μιας εποχής. Ποία όμως ήτο η εξέλιξις των γεγονότων κατά την ημέραν ταύτην υπό άποψιν υπευθύνου αντιμετωπίσεως των. Περί ώραν 11.00 πραγματοποιείται σύσκεψις εις το γραφείον του Πρωθυπουργού, παρισταμένων των Αντιπροέδρων της Δημοκρατίας και Κυβερνήσεως, των Υπουργών Παιδείας και Δημοσίας Τάξεως, του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ και του Αρχηγού της Αστυνομίας. Μετά ΊΟλεπτον προσέρχεται εις την σύσκεψιν και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Και κατά την σύσκεψιν ταύτην αποφασίζεται καθ' α υπευθύνως υπό τότε Κυβερνητικών παραγόντων υποστηρίζεται και κατατίθεται, ότι επ' ουδενί λόγω θα εχρησιμοποιούντο όπλα, αν προεβάλλετο αντίδρασις και μόνον εν εσχάτη ανάγκη θα επετρέπετο η χρήσις δακρυγόνων, απαγορευομένης όμως της ρίψεως τούτων εντός του Πολυτεχνείου. Η δια των γεγονότων όμως αναφανείσα ακολούθως πραγματικότης παρουσιάζεται άντικρυς αντίθετος των εκτεθέντων θεωρητικών εξορκισμών, διότι ισχυροί στρατιωτικοί δυνάμεις εκλήθησαν, χρήσις όπλων εγένετο και αληθής βομβαρδισμός δια δακρυγόνων των εντός του Πολυτεχνείου έλαβε χωράν. Και εις το ανάκυπταν εύλογον, εκ των ανωτέρω ερώτημα δίδεται η ακόλουθος - υπό του τότε αρχηγού της Αστυνομίας - απάντησις: «Αι υπάρχουσαι αστυνομικοί δυνάμεις, παρά την ενίσχυσιν της Χωροφυλακής, δεν ηδύνατο να ανταποκριθούν δια την αποκατάστασιν της τάξεως. Ενημερώθη σχετικώς το γραφείον Προέδρου Δημοκρατίας (ταξίαρχος Παρασκευάς Ιωαννίδης), όστις μετ' ολίγον και περί ώραν 23.15 μοι ανεκοίνωσε τηλεφωνικώς ότι απεφασίσθη υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας η ενίσχυσις των αστυνομικών δυνάμεων υπό των Ενόπλων Δυνάμεων, ήτοι δια τριών ή τεσσάρων αρμάτων μάχης, άτινα δια της εντυπωσιακής εμφανίσεως των και μόνον εις τον χώρον του Πολυτεχνείου, θα εξηνάγκαζον ψυχολογικώς τους εντός ευρισκομένους να εγκαταλείψουν τας αίθουσας και το προαύλιον του ΕΜΠ» (οράτε κατάθεσιν ανωτέρω). Και ούτω η εις αδυναμίαν ευρισκομένη Αστυνομία δεν συνειδητοποιεί η ιδία την ανάγκην της ενισχύσεως της, αλλά της εμπνέεται άνωθεν και διατάσσεται να διαβίβαση το έγγραφον ίνα πληρωθή ο τύπος του νόμου, διότι - ως επιλέγει εις την κατάθεσίν του ο τότε Διευθυντής της Αστυνομίας - «είχεν αποφασισθή προ πολλού η επέμβασις του Στρατού και τα άρματα, ότε εγώ υπέγραφαν ήσαν έτοιμα, ή και εκινούντο» (οράτε κατάθεσιν) και προς την άποψιν ταύτην πλήρως στοιχείται και η υπό του τότε Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων λαμβανομένη θέσις έναντι των γεγονότων (οράτε κατάθεσιν).
Σάββατον, 17-11-1993 Οδηγούμεθα ήδη ραγδαίως εις την λύσιν του δράματος. Περί το μεσονύκτιον της Παρασκευής, 16-11-73, αι μεν αστυνομικοί δυνάμεις έχουν αποκλείσει το οικοδομικόν τετράγωνον του Πολυτεχνείου δια της τοποθετήσεως ανδρών εις επίκαιρα σημεία προσβάσεων υπό τους Αστυνομικούς Διευθυντάς, ο δε στρατός ευρίσκεται ήδη εν κινήσει εγγύς του Πολυτεχνείου. Το τριήμερον των συνεχών συγκρούσεων και ο κάματος έχουν υπερφορτίσει μέχρις εκρηκτικότητας την ψυχολογίαν των συμμετεχόντων εις την επιχείρησιν αστυνομικών υπαλλήλων. Περί την 01.30 ώραν του Σαββάτου, 17-11-73, τα εκ της Λεωφόρου Αλεξάνδρας κατερχόμενα άρματα εστάθμευσαν εις την πλατείαν Αιγύπτου, ενώ όγκος διαδηλωτών ευρίσκετο εις το ύψος των προ του ΟΤΕ κτισμάτων και καθ' όλον το πλάτος της Λεωφόρου Πατησίων. Νεαρός Αξιωματικός αγνώστου ταυτότητος, κατελθών ενός των αρμάτων μετά του οπλοπολυβόλου του, τοποθετείται εις το μέσον της Πατησίων και υβρίζων πυροβολεί προς την κατεύθυνσιν των διαδηλωτών (οράτε κατάθεσιν υπ' αριθ. 49). Και καθ' όλην όμως την εντός της πόλεως διαδρομήν των αρμάτων ρίπτονται πυροβολισμοί εξ αυτών. «Διεπίστωσα μετ' εκπλήξεως - καταθέτει ο τότε Διευθυντής της Αστυνομίας - ότι τα άρματα ήσαν ουχί 2 ή 3 αλλά ευάριθμα. Μερικά τούτων εκινήθησαν επί των πέριξ του Πολυτεχνείου οδών, έρριπτον δε ριπάς πολυβόλων. Τελικώς παρετάχθησαν προ του Πολυτεχνείου με ανημμένους τους προβολείς και τα πολυβόλα εστραμμένα προς το Πολυτεχνείον. Ερρίπτοντο παρ' αυτών εκφοβιστικαί βολαί. Επλησίασα Αξιωματικόν και του είπον ότι ο πυροβολισμός είναι επικίνδυνος δια τους εις τας παρυφάς του Λυκαβηττού και του λόφου Στρέφη κατοικούντας. Μου απήντησε: «Μην ανησυχείς είναι άσφαιρα». Ο ίδιος όμως ακολούθως επείσθη εκ της αποκοπής ηλεκτροφόρων συρμάτων των τρόλεϊ, ότι ήσαν ένσφαιρα! (Οράτε κατάθεσίν του υπ' αριθ. 84). Την 01.45 ώραν τα άρματα ενούνται εις τον προ του Πολυτεχνείου χωράν και αι μονάδες καταδρομών τοποθετούνται καταλλήλως. Οι ισχυροί προβολείς των αρμάτων καταυγάζουν ολόκληρον την περιοχήν του Πολυτεχνείου και οι εντός αυτού εγκλεισμένοι αναρτώνται επί των κιγκλιδωμάτων και χειροκροτούν τους στρατιώτας ρίπτοντες διάφορα συνθήματα, όπως «αδέλφια μας φαντάροι, είμαστε άοπλοι, μη μας χτυπάτε, κ.ά.». Και άρχονται οι αγωνιώδεις διαπραγματεύσεις. Εκπρόσωποι των σπουδαστών, μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής αυτών, προσέρχονται περί ώραν 02.30 εις την κεντρικήν πύλην του Πολυτεχνείου. Δηλούν ότι αποδέχονται την άμεσον και ειρηνικήν εκκένωσιν, υπό την εγγύησιν όμως και παρουσία εκπροσώπων της Εκκλησίας, της Δικαιοσύνης, των καθηγητών των, του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και του τύπου. Προσπαθούν να αποφύγουν την μετά βεβαιότητας αναμενομένην κακοποίησιν και επιζητούν να σωθούν. Οι όροι των όμως απορρίπτονται και ακολουθεί ημίωρον περίπου εκνευρισμού, απειλών, αγωνίας, φόβου και απογοητεύσεων. Κατά τον ίδιον χρόνον εις τον προ του Πολυτεχνείου χώρον, έμπροσθεν του ξενοδοχείου ΑΚΡΟΠΟΛ, ευρίσκονται ο Υποστράτηγος Διοικητής της ΣΔΑ, ο Γενικός Γραμματεύς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως και ο Αστυνομικός Διευθυντής Αθηνών. Ουδείς όμως εκπρόσωπος της πνευματικής ηγεσίας του τόπου είναι παρών. Και οι εγκλεισμένοι, ατακτήσαντες έστω, νέοι αισθάνονται ανασφαλείς, διότι πάντας τους εκτεθέντος θεωρούν διώκτας και αντιπάλους των. Ήτο ανάγκη επομένως οίκοθεν να ληφθή παν μέτρον διασφαλίσεως της ειρηνικής και αναίμακτου εξόδου. Πέραν όμως και ανεξαρτήτως οιασδήποτε πολιτικής, ηθικής και κοινωνικής δεοντολογίας ως εκ της φύσεως των εκδηλώσεων και της συμμετοχής νέων εις ταύτας, επεβάλλετο να τηρηθούν απαρεγκλίτως τα νόμιμα. Και ήσαν ταύτα τα υπό του Ν.Δ. 794 /1971 και του Β.Δ. 269 /1972 προσδιοριζόμενα: διάλυσις της παρανόμου ή εξελθούσης του σκοπού της δημοσίας συναθροίσεως υπό της Αστυνομίας δια της χρήσεως όλων των - κατ' εκτίμησιν της καταστάσεως - προσφορών προς τον σκοπόν τούτον μέσων, παρουσία όμως και μετά γνώμην των εκπροσώπων της Διοικητικής και Δικαστικής Αρχής ήτοι του Νομάρχου και Εισαγγελέως Πρωτοδικών. Και τα νόμιμα ταύτα δεν ετηρήθησαν. Δι' ο και επί του σημείου τούτου εζητήθησαν σαφείς διευκρινίσεις από τον έχοντα την κατά νόμον ευθύνην της αντιμετωπίσεως των γεγονότων τότε, Αστυνομικόν Διευθυντήν Αθηνών, όστις και κατέθεσεν τα ακόλουθα: «Επικείμενης της ενεργείας μας προς εκκένωσιν του Πολυτεχνείου, ητησάμην δια του ασύρματου την αποστολήν επιτόπου του Εισαγγελέως και του Νομάρχου. Έλαβα μετ' ολίγον την απάντησιντου Κου Αρχηγού, ότι ούτοι δεν ανευρίσκονται και ότι οφείλω να ενεργήσω άνευ της παρουσίας αυτών. Τούτο ανέφερα και εις τον παριστάμενον Γενικόν Γραμματέα του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως κ. Χαράλαμπον Παπαδόπουλον, ο οποίος προφορικώς μου έδωσε την εντολήν να ενεργήσω άνευ της παρουσίας των ειρημένων». Πλήρως όμως εβεβαιώθη ότι ο Εισαγγελεύς από ενωρίς ευρίσκετο εις τους τόπους των επεισοδίων και εις την Αστυνομικήν Διεύθυνσιν και ειδικώς ερωτηθείς υπήρξεν ανενδοιάστως και απεριφράοτως αντίθετος προς πάσαν σκέψιν παραβιάσεως του Πανεπιστημιακού ασύλου (οράτε συμπληρωματικήν κατάθεσιν Δασκαλοπούλου). Αι εντεύθεν προκύπτουσαι διαπιστώσεις και η κατά την αντιμετώπισιν των διαδηλωτών εν τω Υπουργείω Δημοσίας Τάξεως εφαρμοσθείσα τακτική, ως ανωτέρω αύτη λεπτομερώς εξετέθη, καταδεικνύουν σαφώς τας πολλαπλός παραβιάσεις του Νόμου και το κατά την αντιμετώπισιν των γεγονότων κράτησαν πνεύμα αυτοσχεδιασμού και αυθαιρεσίας. Διότι ο νόμος είναι σαφής και η απαιτουμένη υπ' αυτού παρουσία του Νομάρχου και του Εισαγγελέως δεν είναι στοιχείον διακοσμητικόν, αλλ' ενέχει σημασίαν ουσιαστικήν, εφ' όσον «μετά γνώμην αυτών» διατάσσεται η διάλυσις της συναθροίσεως. Και δεν δύναται να υποστηριχθή ότι συνέτρεχαν προϋποθέσεις της παρ. γ του αρθρ. μόνου Β.Δ. 269 / 72, ήτοι ότι επρόκειτο περί περιστάσεως κατεπειγούσης και παρίστατο άμεσος κίνδυνος διασαλεύσεως της τάξεως, καθ' ας επιτρέπεται η εν απουσία των ανωτέρω εκπροσώπων της Διοικήσεως και της Δικαιοσύνης ενέργεια. Διότι το τριήμερον των γεγονότων αφαιρεί εξ αυτών πάσαν έννοιαν κατεπείγοντος, τουθ' όπερ και κατενοήθη υπό των υπευθύνων, δι' ο και εκλήθη αρχικώς ο Εισαγγελεύς και ήτο δεδομένη, γνωστή σε τοις πάσιν, η κατά την διαδρομήν ταύτην παρουσία Εισαγγελέως. Αποδεικνύεται τούτο εκ των εκτεθέντων και πιστοποιείται εκ των ανταλλαγέντων σημάτων μετά του κέντρου αμέσου δράσεως της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών, καθ' α περί ώραν 02.30 της 17-11-1973 ευρίσκετο εις τι σημείον του γύρωθεν χώρου Αντεισαγγελεύς Πρωτοδικών ως εκπρόσωπος του Εισαγγελέως. Εις τα εκτεθέντα προσθετέον εισέτι ότι η δοθείσα εντολή προς τον Διευθυντήν της Αστυνομίας παρά του Αρχηγού της Αστυνομίας Πόλεων και του Γενικού Γραμματέως του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως είναι παρ' νόμος και εντεύθεν δεν καλύπτει αυτόν, διότι κατά την ρητήν επιταγήν της παρ. δ' της ως είρηται διατάξεως η μετά χρήσεως των όπλων, έστω και προς εκφοβισμόν, διάλυσις συναθροίσεων επικινδύνων δια την ζωήν και σωματικήν ακεραιότητα των συμμετεχόντων εις ταύτας, επιχειρείται πάντοτε και μόνον παρουσία και μετά γνώμην του Νομάρχου και του Εισαγγελέως, μη παρεχομένης εντεύθατης ευχέρειας ως κατά την παρ. γ' της άνευ αυτών ενεργείας! Ταύτα, όμως, πάντα προϋπέθετον ειλικρίνειαν προθέσεων, μετά συνέσεως, ψυχραιμίας και υπευθυνότητας εκδηλουμένων. Και δυστυχώς δεν συνέτρεξαν αι στοιχειώδεις αύται προϋποθέσεις αλλά το όλον πρόβλημα αντιμετωπίσθη υπό μορφήν στρατιωτικής επιχειρήσεως, αι κρισιμώτεραι φάσεις της οποίας εκτυλίσσονται εν απουσία, ως μη έδει, των εκπροσώπων της Διοικήσεως και της Δικαιοσύνης και βεβαίως ου μόνον άνευ γνώμης αυτών, αλλά και παρά την ρητώς εκφραθείσαν αντίθετον γνώμη του Εισαγγελέως δια τον σεβασμόντου πανεπιστημιακού ασύλου. Ο επικεφαλής των στρατιωτικών τμημάτων Αξιωματικός, αντί να προσφέρη την βοήθειάν του εις τον έχοντα την ευθύνην της όλης ενεργείας Διευθυντήν της Αστυνομίας Αθηνών, τον καταργεί και ενεργεί αυτοβούλως. Έκτοτε η Αστυνομία δεν έχει την πρωτοβουλίαν των κινήσεων, αλλ' ακολουθεί και αι προβλέπουσαι και ρυθμίζουσαι το πρόβλημα της συνεργασίας στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων διατάξεις της κειμένης νομοθεσίας αγνοούνται και παραβιάζονται. Διότι κατά τας παρ. 121 και 128 του Κανονισμού της εν πόλεσιν Υπηρεσίας των Στρατευμάτων, τα μεν στρατεύματα τίθενται υπό τας διαταγάς ή εις την διάθεσιν του προϊσταμένου της Δημοσίας Ασφαλείας ή του Διοικητού Χωροφυλακής, έχοντος πλήρη την ευθύνην απέναντι της Διοικητικής Αρχής δια την λήψιν πάντων των ενδεικνυομένων μέτρων προς τήρησιν της τάξεως και πρόληψιν των ταραχών, η εκτίμησις δε της ανάγκης προσφυγής εις την χρήσιν των όπλων παρά των προς τήρησιν της δημοσίας τάξεως προσεπικαλουμένων στρατευμάτων και η πρωτοβουλία της τοιαύτης ενόπλου επεμβάσεως, ανήκει εις την Διοικητικήν Αρχήν, αντιπρόσωπος της οποίας μεταβαίνει εις τον τόπον της συγκεντρώσεως. Και αποτέλεσμα της αυθαιρεσίας ταύτης υπήρξεν η αναστάτωσις, η σύγχυσις, η ανωμαλία και η εμφανής παρανομία, ως το σοβαρώς υπό της ερεύνης πιθανολογηθέν ότι Συνταγματάρχης του Στρατού εξετέλεσε εν ψυχρώ νέον ηλικίας 17 ετών έμπροσθεν του Πολυτεχνείου (οράτε καταθέσεις υπ' αριθ. 99 και 242 ένθα και τα στοιχεία ταυτότητος του Συνταγματάρχου αυτού).
Η εισαγγελία αποφαίνεται
Αυτό ήταν το πόρισμα του εισαγγελέα Δημήτρη Τσεβά στις 14 Οκτωβρίου του 1974. Ο Τσεβάς εκτιμούσε ότι ο αριθμός των νεκρών φτάνει τους 37: 15 ταυτοποιημένοι, 3 πλήρως επιβεβαιωμένοι και 17 ανώνυμοι νεκροί για τους οποίους υπήρξαν επώνυμες καταθέσεις. Οι νεκροί του Πολυτεχνείου είναι: α) Επισήμως ανακοινωθέντες νεκροί: 15 άτομα, (Διομήδης Ιωάννου Κομνηνός, Βασίλειος Παναγιώτου Φαμέλλος, Toril Engelend, σπουδάστρια, Νορβηγίς, Γεώργιος Ανδρέου Σαμούρης, Αλέξανδρος Ευστρατίου Σπαρτίδης, Μάρκος Δημητρίου Καραμάνης, Βασίλειος Καράκας, Τούρκος υπήκοος, Δημήτριος Θεοφ. Θεοδώρας, Βασιλική Φωτίου Μπεκιάρη, Γεώργιος Αλεξάνδρου Γεριτσίδης, Νικόλαος Πέτρου Μαρκουλής, Στυλιανός Αγαμ. Καραγεώργης, Ανδρέας Στεργίου Κουμπος, Μιχαήλ Δημήτριου Μυρογιάννης και Κυριάκος Δημητρίου Παντελάκης) β) Νεκροί πλήρως βεβαιωθέντες: 3 άτομα (Σπύρος Κοντομάρης, Αικατερίνη Αργυροπούλου, και Δημήτριος Παπαϊωάννου) γ) Νεκροί βασίμως προκύπτοντες: 17 άτομα 1. Ο ιατρός - χειρουργός Γεώργιος Γρηγοριάδης, μετά λόγου γνώσεως καταθέτει ότι ο ίδιος προσωπικώς αντελήφθη και διεπίστωσεν ιατρικώς τον θάνατον (2) δύο αγνώστων νέων. 2. Η μάρτυς Παναγ. Παπακυριακού καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού μικράς κορασίδος, ηλικίας 9 περίπου ετών 3. Ο φοιτητής Λεωνίδας Ανωμερίτης, καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού νεαράς μαθήτριας 4. Φαρμακοποιός Αλέξανδρος Παναγόπουλος καταθέτει ότι, ότε προ του μεσονυχτίου της Παρασκευής 16.11.1973, επεσκέφθη μετά της συζύγου του το Πολυτεχνείον προς παροχήν υπηρεσιών εις τους τραυματίας και εισήλθεν εις το αυτόθι υπάρχον πρόχειρον ιατρείον, ιδίοις όμμασιν αντελήφθη την ύπαρξιν (3) τριών νεκρών και μιας γυναικός θανασίμως τραυματισθείσης, τα τραύματα των οποίων σαφώς περιγράφει. Προσθέτει δε ότι εκ μελών της Συντονιστικής Επιτροπής Φοιτητών έλαβε την πληροφορίαν ότι είχαν και οκτώ (8) εισέτι νεκρούς, τα πτώματα των οποίων είχον τοποθετηθεί και εφυλάσσοντο εις παρακείμενον χώρον ίνα μη υποπέσουν εις αντίληψιν των σπουδαστών και προκληθή πανικός (κατάθ. υπ' αριθμ. 245). 5. Πλήρως εκ των εκτεθέντων εβεβαιώθη η εν ψυχρώ δολοφονία νέου ανδρός εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών υπό των αυτόθι υπηρετούντων, κατά την τραγικήν αυτήν νύκτα, αστυνομικών (καταθέσεις υπ' αριθμ. 69, 70, 77, 79, 86 και 94), αλλά και δευτέρα τοιαύτη θανατώσεως τραυματίου συνεπεία ξυλοδαρμού, εις χείρας του ιατρού χειρουργού Λέων. Παπασταματίου (κατάθ. υπ' αριθμ. 86) αποβιώσαντος. Τι εγένοντο οι δύο (2) ούτοι νεκροί; Το καθεστώς και οι φήμες Αμέσως μετά την επίθεση του στρατού και την εκκένωση του Πολυτεχνείου, η Χούντα είχε ανακοινώσει ότι οι νεκροί ήταν τέσσερις. Αργότερα αναγνώρισε τον αριθμό των δεκαπέντε. Βέβαια, την ίδια στιγμή οι φήμες ανέφεραν τον αριθμό των 100, 200 έως και 500 νεκρών, που είχαν ταφεί σε ομαδικούς τάφους στο νεκροταφείο του Ζωγράφου. Επίσης, τότε γινόταν λόγος για τουλάχιστον 3 άτομα που συνεθλίβησαν κάτω από το άρμα μάχης όταν αυτό εισέβαλε στο Πολυτεχνείο, για την εκτέλεση των εκφωνητών του ραδιοφώνου και των τραυματιών που νοσηλεύονταν στο πρόχειρο ιατρείο που είχε στηθεί. Αυτές οι εικασίες τότε ακούγονταν συμπεριλαμβάνοντας πραγματικά γεγονότα μέσα στο γενικότερο πλαίσιο σύγχυσης που επικρατούσε και υπό την καθεστωτική τρομοκρατία. Όμως, δεν ήταν μόνο όσοι είχαν αντιταχθεί στο καθεστώς που ανέφεραν τέτοια νούμερα. Ο ταγματάρχης, Γεώργιος Σφακιανάκης, στρατιωτικός γιατρός που είχε παραιτηθεί μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, είχε μιλήσει και εκείνος, σε συνέντευξή του στην αμερικανική εφημερίδα Cincinnati Enquier, για «400 ή 500 νεκρούς συνολικά».
Οι καταθέσεις Τον Οκτώβριο του 1974 παρουσιάστηκε να καταθέσει στον Δημήτριο Τσεβά, που ήδη εξέταζε τα γεγονότα, ο Δημήτριος Πίμπας. Αυτός ήταν πρώην πράκτορας της ΚΥΠ με δράση προβοκάτορα στο Πολυτεχνείο. «Τύψεις συνειδήσεως με οδήγησαν μπροστά σας», φέρεται να είχε πει στον εισαγγελέα. Στην συνέχεια αναφέρθηκε σε «450 νεκρούς και ομαδικούς τάφους στο νεκροταφείο Ζωγράφου». Τεκμηρίωσε την κατάθεσή του λέγοντας ότι είχε ακούσει αξιωματικούς της ΚΥΠ να μιλούν για αυτό. Ο τότε δήμαρχος Ζωγράφου, Δημήτρης Μπέης, είχε πάρει αφορμή από την κατάθεση αυτή και είχε προτείνει να γίνουν ανασκαφές στην βορειοανατολική πλευρά του νεκροταφείου, ώστε να ανακαλυφθούν οι πιθανοί ομαδικοί τάφοι. Όμως, μέχρι σήμερα δεν υπάρχει επίσημο αποτέλεσμα των ανασκαφών. Σύμφωνα με την δημαρχεία Ζωγράφου, «δεν υπάρχει κάποιο αποτέλεσμα ή πληροφορία που να καταδεικνύει ότι όντως υπήρξαν ομαδικοί τάφοι. Εξάλλου ο Δημήτρης Μπέης θα το είχε αποκαλύψει σίγουρα εάν τους είχε βρει». Όπως αναφέρει ο κ. Λεωνίδας Καλλιβρετάκης το 2004 παρουσιάζοντας την έρευνα του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, «ο Πίμπας βρέθηκε ο ίδιος κατηγορούμενος για την δράση του στο Πολυτεχνείο. Στην απολογία του δεν αναφέρθηκε καθόλου σε νεκρούς ή ομαδικούς τάφους. Τον Φεβρουάριο του 2003 ο Πίμπας συνελήφθη εκ νέου και κατηγορήθηκε για απάτη κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια».
Η έρευνα του Λεωνίδα Καλλιβρετάκη
Όπως σημειώνει: «Αποτελεί βαθύτατη πεποίθηση μου ότι η κατάσταση αυτή δεν απαξιώνει μόνο την εξέγερση καθεαυτή, τις χιλιάδες των ανθρώπων που ρίχτηκαν στη φωτιά και, εν τέλει, εξευτελίζει τη μνήμη των πραγματικών θυμάτων, αλλά προχωρά πέραν αυτού: αφήνει το περιθώριο στους έμμεσους ή άμεσους υποστηρικτές του καθεστώτος και τους κάθε λογής «αναθεωρητές» της ιστορίας να μιλούν για «παραμύθια της Αριστεράς» και για «2-3 νεκρούς από αδέσποτε Είναι γνωστό ότι από τα μέσα του 2002 έχει ξεκινήσει μια ιστορική έρευνα στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών με τίτλο «Τεκμηριώνοντας τα γεγονότα του Νοεμβρίου 1973». Στο πλαίσιο αυτής της έρευνας επιχειρείται η συγκέντρωση και επεξεργασία με επιστημονικές μεθόδους τεκμηρίων που αφορούν σε πολλές παραμέτρους των γεγονότων, όπως το χρονικό της εξέγερσης, το επιχειρησιακό σχέδιο για την καταστολή της, η εξέλιξη των γεγονότων έξω από το Πολυτεχνείο. Παράλληλα επιχειρείται η συγκέντρωση, η αποδελτίωση και ο επιστημονικός έλεγχος όλου του υπάρχοντος υλικού, αλλά και ο εντοπισμός συμπληρωματικών στοιχείων. Το ζητούμενο βέβαια στην περίπτωση αυτή δεν είναι μόνον ο αριθμός ή η ταύτιση των ονομάτων, αλλά και οι πληροφορίες που προκύπτουν για το χρόνο, τον τόπο και τις συνθήκες τραυματισμού, καθώς και προσωπικά στοιχεία των θυμάτων (ηλικία, φύλο, απασχόληση κ.τ.λ.). Η συγκέντρωση όλων των δεδομένων αποτέλεσε το πρώτο στάδιο της έρευνας στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Κάθε στοιχείο που είδε το φως της δημοσιότητας όλα αυτά τα χρόνια, οι επίσημες ανακοινώσεις του καθεστώτος, οι πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στον παράνομο τύπο της εποχής, οι αγγελίες κηδειών στις εφημερίδες, οι κάθε προέλευσης λίστες που έκαναν την εμφάνιση τους μετά τη μεταπολίτευση, οι προανακριτικές και ανακριτικές έρευνες, οι συνεντεύξεις συγγενών, οι καταθέσεις μαρτύρων στη δίκη του 1975, συγκεντρώνονται, αποδελτιώνονται, συσχετίζονται κριτικά, αναζητείται η γενεαλογία τους, εντοπίζονται οι αλληλοεπικαλύψεις, οι παρανοήσεις, τα λάθη στην αντιγραφή και οι μεταξύ τους παρεκκλίσεις. Στη συνέχεια η έρευνα προχωρά έτσι στη συγκρότηση ενός καταλόγου, ο οποίος παραμένει προσωρινός, καθώς εξακολουθεί συνεχώς να εμπλουτίζεται και να διορθώνεται. Για κάθε περίπτωση συγκροτείται ένας ιδιαίτερος φάκελος, με βιογραφικά στοιχεία, τις συνθήκες θανάτου και αναλυτική παράθεση όλων των πηγών που χρησιμοποιήθηκαν με συγκεκριμένα στοιχεία. Μέχρι τη στιγμή αυτή, έχουν καταγραφεί 24 πλήρως τεκμηριωμένες περιπτώσεις. Παράλληλα, έχει συγκροτηθεί ένας κατάλογος δεκαέξι (16) ανωνύμων περιπτώσεων που είχε θεωρηθεί σε κάποια στιγμή της διαδικασίας ότι «προκύπτουν βασίμως» ως νεκροί, από επίσημες, επώνυμες και σχετικά αξιόπιστες καταθέσεις, με συγκεκριμένα στοιχεία. Τέλος, η έρευνα έχει θέσει στο μικροσκόπιο 30 επώνυμες περιπτώσεις, που εμφανίζονται επίμονα στους περισσότερους καταλόγους από το 1974 μέχρι και σήμερα, χωρίς να έχουν ποτέ τεκμηριωθεί. Όλες αυτές οι ανώνυμες και οι αμφιλεγόμενες επώνυμες περιπτώσεις παραμένουν σε εκκρεμότητα, προκειμένου να διερευνηθούν περισσότερο, προτού αποφασιστεί οριστικά να υιοθετηθούν ή να απορριφθούν. Στις 17 Νοεμβρίου του 1974, ο Γρηγόριος Παπαδάτος, δημοσιογράφος, προσκόμισε στον εισαγγελέα Τσεβά έναν κατάλογο με 59 ονόματα, που σύμφωνα με τον οποίο αντιστοιχούσαν στους νεκρούς εκείνων των ημερών. Ο εισαγγελέας έκρινε ότι ο Παπαδάτος δεν ήταν αξιόπιστη πηγή, καθώς είχε αποδειχθεί ότι κυκλοφορούσε στην περιοχή του Πολυτεχνείου με την ταυτότητα του έφεδρου αξιωματικού, διατηρώντας επαφές με παρακρατικούς και βαθμοφόρους του στρατού και της χωροφυλακής. Επίσης τον Δεκέμβριο του 1974 προπαγάνδιζε ψήφο υπέρ του βασιλιά, όντας υπεύθυνος Τύπου της Βασιλικής Ενώσεως. Στην συνέχεια, ο Παντελής Τσαγκουρνής, στρατιώτης που υπηρετούσε στο τότε Υπουργείο Αμύνης, κατέθεσε στον Τσεβά ότι είχε δει μια αναφορά του συνταγματάρχη Ντερτιλή, στην οποία αναγραφόταν ότι «ο μέχρι τότε αριθμός των νεκρών ήταν 423». Όταν κλήθηκε από το δικαστήριο να καταθέσει ο ίδιος ανασκεύασε και δήλωσε ότι ίσως να έλεγε η αναφορά «νεκροί ή τραυματίαι». Παρόλα αυτά η προκαταρτική έρευνα ήδη είχε ταυτοποιήσει 1.103 τραυματίες.
Η επίσημη εκδοχή Σύμφωνα με τον επίσημο κατάλογο των νεκρών, που συντάχθηκε με μέριμνα της Προοδευτικής Ένωσης Μητέρων Ελλάδας, ο αριθμός τους είναι 88, και αφορά όλη την περίοδο της δικτατορίας. (1967 – 1974). Από αυτούς οι 52 εμφανίζονται γύρω από τα γεγονότα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. «Ανάμεσα τους 9 που πιθανότατα αφορούν σε άτομα τα οποία σε πρώτη φάση είχαν θεωρηθεί νεκροί, αλλά μετά τη μεταπολίτευση προέκυψε, όπως είδαμε, ότι είχαν μόνο τραυματιστεί. Δύο αποτελούν γνωστές παραφθορές ονομάτων και στοιχείων διαπιστωμένων νεκρών που είχαν διορθωθεί ήδη δύο ημέρες μετά τα γεγονότα, αλλά συνεχίζουν να αναφέρονται μαζί με τις σωστές εκδοχές τους, επαναλαμβανόμενα έτσι εις διπλούν: Υπό τον ανύπαρκτο «Αιγύπτιο» Τορίλ Τεκλέτ εξακολουθεί 30 χρόνια μετά να υποκρύπτεται η νορβηγίδα φοιτήτρια Toril Margrethe Engeland, και υπό τον Γεώργιο Σαρμαλή, ο Γεώργιος Σαμούρης. Ως Διαμαντάκος πλέον εμφανίζεται η Μαρία Διαμαντάκη των καταλόγων του 1974-1975, όνομα που θεωρούμε ότι πιθανότατα υποκρύπτει τη Μαρία Δαμανάκη, λόγω της αρχικής φήμης ότι η εκφωνήτρια του Πολυτεχνείου είχε εκτελεστεί», γράφει ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης παρουσιάζοντας την έρευνα.
Οι επώνυμοι νεκροί Το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών είχε προχωρήσει στην σύνταξη ενός προσωρινού καταλόγου των επώνυμων νεκρών των γεγονότων του Νοεμβρίου του 1973 κατά χρονολογική κατάταξη. Επίσης παρουσίασε και μια εικονική παράσταση των σημείων των δολοφονιών πάνω σε έναν χάρτη του κέντρου της Αθήνας. 1. Σπυρίδων Κοντομάρης του Αναστασίου, 57 ετών, δικηγόρος (πρώην βουλευτής Κερκύρας της Ένωσης Κέντρου), κάτοικος Αγίου Μελετίου, Αθήνα. Στις 16.11.1973, γύρω στις 20.30-21.00, ενώ βρισκόταν στη διασταύρωση οδών Γεωργίου Σταύρου & Σταδίου, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια που έρριχνε η Αστυνομία κατά των διαδηλωτών, με αποτέλεσμα να υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του. 2. Διομήδης Κομνηνός του Ιωάννη, 17 ετών, μαθητής, κάτοικος Λευκάδος 7, Αθήνα. Στις 16.11.1973, μεταξύ 21.30 και 21.45, ενώ βρισκόταν μαζί με άλλους διαδηλωτές στη διασταύρωση των οδών Αβέρωφ & Μάρνη, τραυματίστηκε θανάσιμα στην καρδιά από πυρά που έριξαν εναντίον του άνδρες της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. και από εκεί, νεκρός πλέον, στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών (όπως λεγόταν τότε το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο). 3. Σωκράτης Μιχαήλ, 57 ετών, εμπειρογνώμων ασφαλιστικής εταιρείας, κάτοικος Περιστερίου Αττικής. Στις 16.11.1973, μεταξύ 21.00 και 22.30, ενώ βρισκόταν μεταξύ των οδών Μπουμπουλίνας και Σόλωνος, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια που έρριχνε η Αστυνομία κατά των διαδηλωτών, με αποτέλεσμα να υποστεί απόφραξη της αριστεράς στεφανιαίας. Μεταφέρθηκε ημιθανής στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. (3ης Σεπτεμβρίου), όπου και πέθανε. 4. Toril Margrethe Engeland του Per Reidar, 22 ετών, φοιτήτρια από το Molde της Νορβηγίας. Στις 16.11.1973, γύρω στις 23.30, τραυματίστηκε θανάσιμα στο στήθος από πυρά της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε από διαδηλωτές στο ξενοδοχείο «Ακροπόλ» και αργότερα, νεκρή ήδη, στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ι.Κ.Α. Ανακριβώς είχε αναφερθεί αρχικά από την Αστυνομία ως «Αιγυπτία Τουρίλ Τεκλέτ» και η παρεξήγηση αυτή επιβιώνει ακόμη σε κάποιους «καταλόγους νεκρών». 5. Βασίλειος Φάμελλος του Παναγιώτη, 26 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος, από τον Πύργο Ηλείας, κάτοικος Κάσου 1, Κυψέλη, Αθήνα. Στις 16.11.1973, γύρω στις 23.30, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε από διαδηλωτές στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. και από εκεί, νεκρός πλέον, στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών. 6. Γεώργιος Σαμούρης του Ανδρέα, 22 ετών, φοιτητής Παντείου, από την Πάτρα, κάτοικος πλατείας Κουντουριώτου 7, Κουκάκι. Στις 16.11.1973 γύρω στις 24.00, ενώ βρισκόταν στην ευρύτερη περιοχή του Πολυτεχνείου (Καλλιδρομίου και Ζωσιμάδων), τραυματίστηκε θανάσιμα στον τράχηλο από πυρά της αστυνομίας. Μεταφέρθηκε στο πρόχειρο ιατρείο του Πολυτεχνείου, όπου απεβίωσε. Από εκεί μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ι.Κ.Α. Ανακριβώς είχε αναφερθεί αρχικά από την Αστυνομία ως «Χαμουρλής». 7. Δημήτριος Κυριακόπουλος του Αντωνίου, 35 ετών, οικοδόμος, από τα Καλάβρυτα, κάτοικος Περιστερίου Αττικής. Κατά τις βράδυνες ώρες της 16.11.1973 ενώ βρισκόταν στην περιοχή του Πολυτεχνείου, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια και στη συνέχεια κτυπήθηκε από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, συνεπεία των οποίων πέθανε, από οξεία ρήξη αορτής, τρεις ημέρες αργότερα, στις 19.11.1973, ενώ μεταφερόταν στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. 8. Σπύρος Μαρίνος του Διονυσίου, επονομαζόμενος Γεωργαράς, 31 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος, από την Εξωχώρα Ζακύνθου. Κατά τις βράδυνες ώρες της 16.11.1973, ενώ βρισκόταν στην περιοχή του Πολυτεχνείου, κτυπήθηκε από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, και υπέστη κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Μεταφέρθηκε στο Θεραπευτήριο Πεντέλης, όπου πέθανε τη Δευτέρα, 19.11.1973, από οξύ αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Τάφηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου στις 9.9.1974, έγινε τελετή στη μνήμη του. 9. Νικόλαος Μαρκούλης του Πέτρου, 24 ετών, εργάτης, από το Παρθένι Θεσσαλονίκης, κάτοικος Χρηστομάνου 67, Σεπόλια, Αθήνα, εργάτης. Κατά τις πρωινές ώρες της 17.11.1973, ενώ βάδιζε στην πλατεία Βάθης, τραυματίστηκε στην κοιλιά από ριπή στρατιωτικής περιπόλου. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε τη Δευτέρα 19.11.1973. 10. Αικατερίνη Αργυροπούλου σύζυγος Αγγελή, 76 ετών, κάτοικος Κέννεντυ και Καλύμνου, Αγιοι Ανάργυροι Αττικής. Στις 10.00 της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην αυλή του σπιτιού της, τραυματίστηκε στην πλάτη από σφαίρα. Διακομίστηκε στην κλινική «Παμμακάριστος» (Κάτω Πατήσια), όπου νοσηλεύτηκε επί ένα μήνα και κατόπιν μεταφέρθηκε στο σπίτι της, όπου πέθανε συνεπεία του τραύματος της μετά από ένα εξάμηνο (Μάιος 1974). 11. Στυλιανός Καραγεώργης του Αγαμέμνονος, 19 ετών, οικοδόμος, κάτοικος Μιαούλη 38, Νέο Ηράκλειο Αττικής. Στις 10.15 το πρωί της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν μαζί με άλλους διαδηλωτές στην οδό Πατησίων, μεταξύ των κινηματογράφων «ΑΕΛΑΩ» και «ΕΑΛΗΝΙΣ», τραυματίστηκε από ριπή πολυβόλου που έρριξε εναντίον τους περίπολος πεζοναυτών που επέβαινε ενός τεθωρακισμένου οχήματος. Μεταφέρθηκε στο Κ.Α.Τ., όπου πέθανε μετά από 12 μέρες, στις 30.11.1973. 12. Μάρκος Καραμανής του Δημητρίου, 23 ετών, ηλεκτρολόγος, από τον Πειραιά, κάτοικος Χίου 35, Αιγάλεω. Στις 10.30 περίπου το πρωί της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην ταράτσα πολυκατοικίας επί της πλατείας Αιγύπτου 1, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά της στρατιωτικής φρουράς που ενέδρευε στην ταράτσα του Ο.Τ.Ε. (αυτουργός ο ανθυπολοχαγός Ιωάννης Αυμπέρης, 573ου Τάγματος Πεζικού). Μεταφέρθηκε στην κλινική «Παντάνασσα» (πλατεία Βικτωρίας), όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του. 13. Αλέξανδρος Σπαρτίδης του Ευστρατίου, 16 ετών, μαθητής, από τον Πειραιά, κάτοικος Αγίας Λαύρας 80, Αθήνα. Στις 10.30 με 11.00 περίπου το πρωί της 17.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Κότσικα, τραυματίστηκε θανάσιμα στην κοιλιά από πυρά της στρατιωτικής φρουράς που ενέδρευε στην ταράτσα του Ο.Τ.Ε. (αυτουργός ο ανθυπολοχαγός Ιωάννης Δυμπέρης, 573ου Τάγματος Πεζικού). Με διαμπερές τραύμα μεταφέρθηκε στο Κ.Α.Τ., όπου τον βρήκε νεκρό ο πατέρας του. 14. Δημήτριος Παπαϊωάννου, 60 ετών, διευθυντής ταμείου αλευροβιομηχάνων, κάτοικος Αριστομένους 105, Αθήνα. Γύρω στις 11.30 της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην πλατεία Ομονοίας, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια που έριχνε η Αστυνομία. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του, συνεπεία εμφράγματος. 15. Γεώργιος Γεριτσίδης του Αλεξάνδρου, 47 ετών, εφοριακός υπάλληλος, κάτοικος Ελπίδος 29, Νέο Ηράκλειο Αττικής. Στις 12.00 της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν μέσα στο αυτοκίνητο του στα Νέα Λιόσια, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά που διέσχισαν τον ουρανό του αυτοκινήτου. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε αυθημερόν. 16. Βασιλική Μπεκιάρη του Φωτίου, 17 ετών, εργαζόμενη μαθήτρια, από τα Αμπελάκια Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας, κάτοικος Μεταγένους 8, Νέος Κόσμος. Στις 12.00 το μεσημέρι της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην ταράτσα του σπιτιού της, τραυματίστηκε θανάσιμα στον αυχένα από πυρά. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών και στη συνέχεια στον «Ευαγγελισμό», όπου πέθανε αυθημερόν. 17. Δημήτρης Θεοδώρας του Θεοφάνους, 5 ετών, κάτοικος Ανακρέοντος 2, Ζωγράφου. Στις 13.00, της 17.11.1973, ενώ διέσχιζε με τη μητέρα του τη διασταύρωση της οδού Ορεινής Ταξιαρχίας με τη λεωφόρο Παπάγου στου Ζωγράφου, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά στρατιωτικής περιπόλου με επικεφαλής αξιωματικό (πιθανόν ο ίλαρχος Σπυρίδων Σταθάκης του Κ.Ε.Τ/Θ), που βρισκόταν ακροβολισμένη στο λόφο του Αγίου Θεράποντος. Εξέπνευσε ακαριαία και όταν μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο των Παίδων, απλώς διαπιστώθηκε ο θάνατος του. 18. Αλέξανδρος Βασίλειος (Μπασρί) Καράκας, 43 ετών, Αφγανός τουρκικής υπηκοότητας, ταχυδακτυλουργός, κάτοικος Μύρων 10, Αγιος Παντελεήμονας, Αθήνα. Στις 13.00, της 17.11.1973, ενώ βάδιζε με τον 13χρονο γιο του στη διασταύρωση των οδών Χέϋδεν και Αχαρνών, τραυματίστηκε θανάσιμα στην κοιλιά από ριπή μυδραλίου τεθωρακισμένου στρατιωτικού οχήματος. Μεταφέρθηκε απευθείας στο νεκροτομείο, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του. 19. Αλέξανδρος Παπαθανασίου του Σπυρίδωνος, 59 ετών, συνταξιούχος εφοριακός, από το ΚεράσοΒο Αιτωλοακαρνανίας, κάτοικος Νάξου 116, Αθήνα. Στις 13.30 της 18.11.1973, ενώ βάδιζε με τις ανήλικες κόρες του στη διασταύρωση των οδών Δροσοπούλου και Κύθνου, απέναντι από το ΙΣΤ' Αστυνομικό Τμήμα, βρέθηκε εν μέσω πυρών, προερχομένων από τους αστυνομικούς του Τμήματος, με αποτέλεσμα να πάθει συγκοπή. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του. 20. Ανδρέας Κούμπος του Στέργιου 63 ετών, βιοτέχνης, από την Καρδίτσα, κάτοικος Αμαλιάδος 12, Κολωνός. Γύρω στις 11.00 με 12.00 της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Γ' Σεπτεμβρίου και Καποδιστρίου, τραυματίστηκε στη λεκάνη από πυρά μυδραλίου τεθωρακισμένου στρατιωτικού οχήματος. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., κατόπιν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών και τέλος στο Κ.Α.Τ., όπου και πέθανε στις 30.1.1974. 21. Μιχαήλ Μυρογιάννης του Δημητρίου, 20 ετών, ηλεκτρολόγος, από τη Μυτιλήνη, κάτοικος Ασημάκη Φωτήλα 8, Αθήνα. Στις 12.00 το μεσημέρι της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Στουρνάρη, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά περιστρόφου αξιωματικού του Στρατού (αυτουργός ο συνταγματάρχης Νικόλαος Ντερτιλής). Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. σε κωματώδη κατάσταση και κατόπιν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε αυθημερόν. 22. Κυριάκος Παντελεάκης του Δημητρίου, 44 ετών, δικηγόρος, από την Κροκέα Λακωνίας, κάτοικος Φερρών 5, Αθήνα. Στις 12.00 με 12.30 το μεσημέρι της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Γλάδστωνος, τραυματίστηκε θανάσιμα από πυρά διερχομένου άρματος μάχης. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου και πέθανε στις 27.12.1973. 23. Ευστάθιος Κολινιάτης, 47 ετών, από τον Πειραιά, κάτοικος Νικοπόλεως 4, Καματερό Αττικής. Κτυπήθηκε στις 18.11.1973 από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, και υπέστη κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, συνεπεία των οποίων πέθανε στις 21.11.1973. 24. Ιωάννης Μικρώνης του Αγγέλου, 22 ετών, φοιτητής στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών, από την Ανω Αλισσό Αχαΐας. Συμμετείχε στην κατάληψη του Πανεπιστημίου Πατρών. Κτυπήθηκε μετά τα γεγονότα, υπό συνθήκες που παραμένουν ακόμη αδιευκρίνιστες. Συνεπεία της κακοποίησης του υπέστη ρήξη του ήπατος, εξαιτίας της οποίας πέθανε στις 17.12.1973 στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου νοσηλευόταν. Σύμφωνα με ορισμένες ενδείξεις, ο τραυματισμός του συνέβη στην Πάτρα, άλλες όμως πληροφορίες τον τοποθετούν στην Αθήνα. Η περίπτωση του παραμένει υπό έρευνα. Σε ορισμένους καταλόγους νεκρών αναφέρεται ανακριβώς ως «Κώστας Μικρώνης».
|