Η εφημερίδα ΒΡΑΔΥΝΗ για το κατέβασμα της χιτλερικής σημαία από την Ακρόπολη

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

Βρήκα δημοσιευμένη στο affavita.gr τη φωτογραφία με τη θέση της εφημερίδας ΒΡΑΔΥΝΗ για το κατέβασμα τη χιλτερικής σημαίας στην Ακρόπολη από τον Μανώλη Γλέζο και τον μακαρίτη Λάκη Σάντα (2 Ιουνίου 1941). Σκέφτηκα ότι θα ήταν καλύτερο να καθαρογράψω όσο κείμενο υπήρχε στη φωτογραφία, για να μπορεί ο αναγνώστης να το διαβάσει και να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα για το ποιοι ήταν πατριώτες και ποιοι ήταν προδότες εκίνη την εποχή.

Διαβάστε το δημοσίευμα της τότε εποχής και βγάλτε τα δικά συμπεράσματα, έτσι για να μην ξεχνάμε την αλήθεια της ιστορίας.

«Δεν είναι δυνατόν να ήσαν άνθρωποι με σώας τας φρένας αυτοί που υπηξαίρεσαν εν ώρα νυκτός, την Γερμανικήν σημαίαν, η οποία εκυμάτιζεν, επί της Ακροπόλεως, παραπλεύρως της Εθνικής μας Σημαίας. Πάντως δεν είναι δυνατόν να ήσαν Έλληνες που αγαπούν το Έθνος των.

Διότι μόνον παράφρονες ή όργανα ξένης προπαγάνδας ημπορούσαν να διαπράξουν μιαν τόσο επαίσχυντο, αλλά και τόσον επαίσχυντον, αλλά και τόσον επικίνδυνο, ως προς τας συνεπείας της, πράξιν.

Η σημαία είνε, ως γνωστόν, το ιερότατον σύμβολον ενός έθνους η δε πολεμική σημαία, όλως ιδιαιτέρως, το ιερότερον σύμβολον ενός μαχόμενου στρατού. Είνε, επομένως, πολύ φυσικόν ότι αι στρατιωτικαί αρχαί της κατοχής δεν ανέχονται τοιούτας προσβολάς κατά της εθνικής των σημαίας και επιβάλλουν αυστηράς κυρώσεις, τας συνεπείας των οποίων δεν υφίστανται μόνο οι δράσται των ανοήτων τούτων πράξεων αλλ’ ολόκληρος ο πληθυσμός της πρωτευούσης, ολόκληρον το Έθνος.

Εινε βεβαίως περιττόν να τονισθή ότι ο ελληνικός λαός, εν τω συνόλω, θλίβεται ειλικρινώς δια τας παράφρονας αυτάς πράξεις ελαχίστων και μεμονωμένων των οποίων άλλως τε είνε (…)

Την σημαίαν με τον αγκυλωτόν σταυρόν καλύπτουν ήδη πολλαί δάφναι δόξης εις τα πολυάριθμα πεδία των μαχών και ουδείς είνε δυνατόν ν’ αρνηθή εις αυτήν την προσύκουσαν τιμήν και τον ειλικρινή σεβασμόν.

Το Ελληνικό Έθνος αποδέχθη την σημαίαν του Νέου Ράιχ, που δημιούργησεν η μεγαλοφυής διάνοια του Αδόλφου Χίλτερ, ως σημαίαν ενός υπό πάσαν άποψιν μεγάλου και ανέκαθεν φίλου προς την Ελλάδα λαού, ως εν σύμβολον αποκαταστάσεως μιας ειρηνικής περιόδου, ως εν σύμβολον δικαιοσύνης ευνομίας και πολιτισμού. Και είναι βέβαιον ότι αν ο δράσται του εγκλήματος της, περιήχοντο εις χείρας του ελληνικού λαού, θα λυντσάροντο από αυτόν τον ίδιον ως εχθροί της πατρίδος μας.

Πρέπει να γνωρίζει και ο τελευταίος των Ελλήνων, ότι εις την Γερμανίαν δεν εγράφη και δεν ελέχθη, ως σήμερον τίποτε το προσλβλητικόν, τίποτε το περιφρονιτικόν δια τον ελληνικόν στρατόν ή το ελληνικόν Έθνος. Δεν κατεκρίθη ειμή μόνον η ολέθρια και τυφλώτουσα αγγλόφιλος πολιτική των πρώην κυβερνώντων μας.

Τόσο εις τα άρθρα του τύπου , όσο και εις τον τελευταίον λόγον του ηγέτου του Ράιχ (…) του Αγνώστου Στρατιώτου της Ελλάδος, παραπλεύρως της φρουράς των ευζώνων μας.

Η δοξασμένη σημαία μας δεν κατεβιβάσθη πουθενά από τον ιπποτικόν νικητή. Η δε Ανωτάτη Διοίκησις του Στρατού Κατοχής – παρ’ όλας τας μεγάλας φροντίδας της και εξακολουθούσα τας ρητάς διαταγάς που έχει από τον Ανώτατοβ Αρχηγόν του Γερμανικού Στρατού - προσπαθεί, εν στενή συνεργασία με την Κυβέρνησίν μας, να θεραπεύσει, κατά το δυνατόν, τας σημερινάς επισιτιστικάς δυσεχερείας της χώρας μας των οποίων τα αίτια είνε άλλα και εντελώς ανεξάρτητα της θελήσεως των Γερμανικών στρατιωτικών αρχών.

Όταν ανηγγέλθη εν Γερμανία η είδησις ότι ο Γερμανικός ανεπέτασε την σημαία του Ράιχ επί της Ακροπόλεως και ότι αύτη κυματίζει παραπλεύρως της κυανόλευκου της Ελλάδος, ο Γερμανικός τύπος εχαρακτήρισεν το γεγονός ως ιστορικόν, αλλά και ως ενέχον ιδιαίτερον συμβολικήν σημασίαν. Είνε – έγραφε – το εμφανές σύμβολον της ανερχόμενης πλέον στενωτάτης πνευματικής και οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των δύο εθνών, τα οποία ανέκαθεν συνέδεεν ειλικρινής φιλία (…)»