Ç ãëþóóá ôùí áãùíéóôþí ôïõ 1821 |
---|
ÊõñéáêÞ 27 Íïåìâñßïõ 2011 |
Βασßλης Φουρτοýνης: δÜσκαλος, αναπληρωματικüς Αιρετüς ΑΠΥΣΠΕ ΑττικÞς |
Στα ΕλληνικÜ ΧρονικÜ διαβÜζουμε: «ο ΚαραúσκÜκης εßχε κρυφÞν ανταπüκρισιν με τους εχθροýς της πßστεως και της πατρßδος απü τον ΟμÝρ πασÜν εζÞτησε μπουγιουρντß δια να γßνει καπετÜνιος των ΑγρÜφων. υπüσχετο εις τον εχθρüν να πιÜσει την ΤατÜραιναν (το μοναστÞρι της ΤατÜρνας) με χιλßους στρατιþτας και ευμβοýλευε να Ýβγη ο αποστÜτης Βαρνακιþτης μαζß με χιλßους εις το Ξηρüμερον; υπÝσχετο εις τον εχθρüν να τραβÞξη προς εαυτüν στρατηγοýς και χιλιÜρχους ¸λληνας εναντßον της πατρßδος.» Και απαντÜ με επιστολÞ του ο ΚαραúσκÜκης κÜνοντας τους πλÜκα και απü πÜνω. «ÝμÝνα η κακÞ τýχη μου και αρρþστησα οπßσω. Δεν ηξεýρω κιüλα απü τα κρýα τα πολλÜ Þταν Þ απü τους αφορισμοýς üπου μου εκÜμετε, και σας παρακαλþ να με συγχωρÝσει η Διοßκησις και üλοι οι χριστιανοß και να μου σταλεß και μια ευχÞ συγχωρητικÞ παρÜ του αρχιερÝως..» ¶ραγε Þταν αυτÞ η γλþσσα η αυθεντικÞ που μιλοýσαν οι αγωνιστÝς του ’21 στην καθημερινüτητÜ τους Þ μÞπως üλα αυτÜ τα κεßμενα οπου Ýχουν φτÜσει σε εμÜς εßναι φτιασιδωμÝνα; Αυτü θα προσπαθÞσουμνε να διερευνÞσουμε με το παρüν Üρθρο μας.
Το γλωσσικü ζÞτημα Εßναι γνωστü σε üλους üτι παρÜλληλα με την Ýναρξη της επανÜστασης του ’21 και τη συγκρüτηση του ελληνικοý κρÜτους η χþρα εßχε να αντιμετωπßσει και το γλωσσικü πρüβλημα, δηλαδÞ ποια γλþσσα θα ομιλεßται και θα γρÜφεται, ποια θα διδÜσκεται στα σχολεßα, με ποια θα σκÝφτονται οι Üνθρωποι, με ποια θα νομοθετοýν, θα συνεννοοýνται, θα αισθÜνονται και θα δημιουργοýν. Ως τüτε η γλþσσα παρÜδερνε στην προφορικÞ εκδοχÞ της, üπως αυτÞ αποτυπωνüταν σε διÜφορες διαλÝκτους που μιλιοýνταν σε επιμÝρους περιοχÝς του ελληνüφωνου κüσμου. Απü την κρητικÞ Ýως την ποντιακÞ διÜλεκτο, τα κερκυραúκÜ και τα κυπριακÜ, τα μανιÜτικα και τα μακεδονßτικα, τα πελαγßσια και τα βουνßσια, η γλþσσα Þταν σκüρπια στους πÝντε ανÝμους, üπως και ο διÜσπαρτος στον κüσμο ελληνισμüς. Καθþς γρÜφει ο Φßνλεú, τüτε την ΕλλÜδα την κατοικοýσαν δυο φυλÝς, οι ¸λληνες και οι Αρβανßτες, που μιλοýσαν, φυσικÜ, τα ελληνικÜ και τ’ αρβανßτικα. Ωστüσο, πÝραση εßχαν και οι προφορικÝς ντοπιολαλιÝς, αυτÝς που με Üνεση και γνÞσιο αßσθημα ομιλοýνταν απü τους τοπικοýς πληθυσμοýς, δηλαδÞ τους ΜανιÜτες και τους Λαλαßους, τους Υδραßους και τους Ψαριανοýς, τους Βραχωρßτες και τους Σουλιþτες. ΑυτÞ την εποχÞ üλοι μιλοýσαν, αλλÜ ελÜχιστοι Ýγραφαν. Η γραφÞ και η ανÜγνωση ανÞκε αποκλειστικÜ στους «μορφωμÝνους» ιερεßς και στους λεγüμενους γραμματικοýς, τους σπουδαγμÝνους και στους εμπüρους. ΑνÜμεσα στον πληθυσμü κÜποιοι εßχαν μÜθει και μερικÜ κολλυβογρÜμματα στο αλληλοδιδακτικü σχολεßο, και μποροýσαν να ορνιθοσκαλßζουν τις σκÝψεις τους, δßχως καν να Ýχουν τη δυνατüτητα να αντεπεξÝλθουν, για παρÜδειγμα, στις απαιτÞσεις του πολεμικοý ταχυδρομεßου. Οι διαφορÝς μεταξý της προφορικÞς παρÜδοσης, üπως αυτÞ εκφραζüταν απü τα ελÜχιστα δεßγματα που Ýχουν διασωθεß στη γραπτÞ μεταφορÜ της, και της γραφÞς των λογßων και των γραμματικþν Þταν αγεφýρωτες. Χαρακτηριστικü εßναι το παρÜδειγμα του Μιαοýλη, ο οποßος μιλοýσε τ’ αρβανßτικα φαρσß και μπÝρδευε τα Üρθρα – «...ο γυναßκας μου» Ýλεγε, üταν προσπαθοýσε να μιλÞσει ελληνικÜ. Η αδυναμßα της γραφÞς αφÜνισε κυριολεκτικÜ τους τρüπους και το σκÝπτεσθαι των αγωνιστþν. Η γραπτÞ τους Ýκφραση αλλοιωνüταν απü την πεπαιδευμÝνη γραφÞ των λογßων και των γραμματικþν. Οπüτε παρατηρεßται το φαινüμενο üλοι αυτοß οι Üξεστοι αναλφÜβητοι, που Ýγραψαν την Ιστορßα του τüπου με το αßμα τους, Ýπρεπε να παραδþσουν την πολιτικÞ διακυβÝρνηση στα χÝρια των γραμματιζοýμενων. ¸τσι üλα τα απομνημονεýματα μας παραδüθηκαν στην καθαρεýουσα, απονευρωμÝνα, στυφÜ και Üοσμα. Η ζωντανÞ, χυμþδης λαúκÞ λαλιÜ πÝρασε εκτüς νüμου και μαζß της οι αληθινÝς γνþμες των αγωνιστþν, οι καθαρÝς εντυπþσεις τους, τα Þθη τους, ο τρüπος σκÝψης τους, τα αισθÞματÜ τους. Η ευπρεπÞς και καλλιεπÞς γλþσσα των λογßων μßλησε για λογαριασμü πολεμιστþν που αγνοοýσαν παντελþς την ευπρÝπεια και την καλλιÝπεια, αποτινÜζοντας, ωστüσο, το δουλικü παρελθüν üπως αυτü αποτυπωνüταν στη φτωχÞ και αγενÞ λαúκÞ γλþσσα. Η Ýλλειψη γραπτþν Üμεσων μαρτυριþν απü μÝρους των αγρÜμματων αγωνιστþν του 1821 μας αφÞνει αναπÜντητο το ερþτημα για το τι εßδους Üνθρωποι Þταν και ποια γλþσσα μιλοýσαν. ΚανÝνας απü τους πρωταγωνιστÝς εκεßνης της εποχÞς δεν μας Üφησε κÜποιο δικü του γραπτü τεκμÞριο. Ο μüνος που μας κληροδüτησε γραπτü τεκμÞριο Þταν ο αγρÜμματος ΜακρυγιÜννης, üπου μÝσα απü αυτü διασþζεται η παθιασμÝνη ψυχÞ του χωριÜτη, που προσπÜθησαν να διαγρÜψουν οι αυτüκλητοι σωτÞρες του Ýθνους. Απü αυτÞ την ανεκτßμητη, για τη μοναδικüτητÜ της, μαρτυρßα μαθαßνουμε üτι οι αγρÜμματοι υπüδουλοι πληθυσμοß εßχαν κι αυτοß «μερßδιο εις αυτÞν την πατρßδα και κοινωνßα». Η Αναπληρþτρια ΚαθηγÞτρια, Μαρßα Ευθυμßου αναφÝρει σε Üρθρο της δημοσιευμÝνο στα ΙστορικÜ της Ελευθεροτυπßας το 2010 τα εξÞς: «Τα κεßμενα και οι προκηρýξεις της ΕπανÜστασης, τα ΣυντÜγματα και οι αποφÜσεις της συντÜχθηκαν απü Üτομα υψηλÞς μüρφωσης, Φαναριþτες και προýχοντες, σε μια γλþσσα αποκαθαρμÝνη, πλοýσια και επιμελημÝνη. Η αλληλογραφßα των οπλαρχηγþν, που θα μποροýσε, απü την πλευρÜ αυτÞ, να μας μεταφÝρει την υφÞ του απλοý λüγου των αμüρφωτων η ελÜχιστα μορφωμÝνων αυτþν ανθρþπων, δεν βοηθÜ, συχνÜ, οýτε κι αυτÞ, καθþς τη σýνταξη των μηνυμÜτων και των επιστολþν τους αναλÜμβαναν οι «γραμματιζοýμενοι» γραμματικοß τους. Αν το πρüβλημα αυτü για την ελληνικÞ γλþσσα εßναι μεγÜλο, γßνεται αξεπÝραστο και πελþριο üταν πρüκειται για τη γλþσσα των πολυÜριθμων εκεßνων αγωνιστþν που Þταν αλλüγλωσσοι Þ δßγλωσσοι, και μÜλιστα σε γλþσσες προφορικÝς και üχι γραπτÝς, üπως συνÝβαινε με τους ΒλÜχους και τους Αρβανßτες. ΣπÜνια απü τα κεßμενα-πηγÝς του Αγþνα μποροýμε να αντλÞσουμε Ýστω μνεßα γι' αυτÝς: Ýτσι π.χ., ο Ν. Κασομοýλης στα απομνημονεýματÜ του, τα τüσο πολýτιμα και λεπτομερÞ, αναφερüμενος σ' Ýνα περιστατικü που αφορÜ τον Υδραßο- αρβανιτüφωνο Κουντουριþτη, καταγρÜφει την παροιμßα που αυτüς ανεφþνησε εις Üπταιστον αλβανικÞν «βÜτε με κÜλε, Ýρδε με γκομÜρ» (που θα πει «πÞγε με Üλογο, γýρισε με γαúδοýρι»). ΚατÜ τον ßδιο τρüπο, ο Κ. ΜεταξÜς στα απομνημονεýματÜ του, αναφερüμενος σε μια ομιλßα του ΜÜρκου Μπüτσαρη προς τους συμπολεμιστÝς του Σουλιþτες, αρκεßται να σημειþσει: «τους ελÜλησεν εις την γλþσσαν των, αλβανιστß, οι δε λüγοι του Þσαν πλÞρεις ενθουσιασμοý και πατριωτισμοý...». Το üτι οι αγωνιστÝς του '21 -εßτε ελληνüφωνοι εßτε αλλüφωνοι εßτε δßγλωσσοι- βωμολοχοýσαν και Ýβριζαν εßναι περισσüτερο απü βÝβαιο. Οι βωμολοχßες αυτÝς μüνο σε λßγες περιπτþσεις καταγρÜφτηκαν κι Ýφτασαν ως εμÜς· η ευπρÝπεια που υποβÜλλει ο γραπτüς λüγος, καθþς και η επιδßωξη λüγιου λüγου που επÝλεξαν οι περισσüτεροι απü τους αγωνιστÝς üταν αργüτερα, μετÜ τον Αγþνα, Ýγραφαν τα απομνημονεýματα τους, δεν επÝτρεψαν να γνωρßζουμε πολλÜ για το θÝμα αυτü. Γνωρßζουμε üτι πριν απü τις μÜχες οι αντßπαλοι συνομιλοýσαν κατ' αρχÜς Þρεμα, για να καταλÞξουν -συνÞθως αλβανιστß- σε ýβρεις αισχρÝς ο Ýνας για τη θρησκεßα του Üλλου, ýβρεις που απü μüνες τους Ýδιναν το σýνθημα της μÜχης και περιÝγραφαν το μßσος και το πÜθος. «Τοýρκε, γαμþ την πßστη σου και το συκþτι σου», κραýγαζαν οι ¸λληνες της ΝÜουσας, üταν κατÜ την εξÝγερση τους Ýσφαζαν τους παλιοýς τους φßλους Τοýρκους συντοπßτες τους, üπως με φρßκη καταγρÜφει ο Κασομοýλης στα απομνημονεýματα του. Οι «φιλοφρονÞσεις», üμως, δεν λεßπουν και μεταξý συναγωνιστþν και ομοφýλων: «σκατüβλαχο» αποκαλεß ο προýχοντας της ΠελοποννÞσου ΚανÝλλος ΔεληγιÜννης τον Κολοκοτρþνη, «αλιτÞριο» και «εξωλÝστατο» τον ιερωμÝνο ΠαπαφλÝσσα ο επßσης ιερωμÝνος Π. Π. Γερμανüς, «κερατοκαλüγερο» ο ΜακρυγιÜννης Ýναν καλüγερο, φßλο των Κολοκοτρωναßων. Ο ΜακρυγιÜννης εßναι στ' αλÞθεια πολýτιμη πηγÞ απτοý, αμÝσου και πηγαßου λüγου της εποχÞς, Ο πληθωρικüς αυτüς Üνθρωπος γρÜφει ειλικρινÜ και παρορμητικÜ τα απομνημονεýματÜ του με τα λßγα γρÜμματα που μüλις Ýμαθε. Δεν γνωρßζει απü ψευτοσυστολÝς και επιτηδεýσεις, γι' αυτü κανεßς μπορεß να βρει σ' αυτüν λαγαρÝς φρÜσεις, üπως αυτÝς που χρησιμοποιεß για να περιγρÜψει την ανυποχþρητη αντßσταση που συνÜντησαν οι ¸λληνες εκ μÝρους των αμυνüμενων Τοýρκων, üταν επιχεßρησαν να ανακαταλÜβουν το κÜστρο του Ακροκορßνθου, Ýνα κÜστρο που λßγο πριν, απü πανικü και φüβο, παρÝδωσε στους επιτιθÝμενους Τοýρκους ο ¸λληνας υπερασπιστÞς του ΑχιλλÝας, παρ' üτι εßχε επαρκÞ κÜλυψη απü Üντρες, τρüφιμα και πολεμοφüδια, «...Οι Τοýρκοι μας Ýβαλαν εις το κανüνι οποý δεν εßδαμε ποýθε να κÜμωμε. Δεν Þταν ο ΑχιλλÝας, ο φροýραρχος της Διοßκησης, οποý τ' αφÞνει εφοδιασμÝνο και φεýγει· εßναι Τοýρκος, πολεμÜγει δια την πßστη του. Ο Τοýρκος Ýτρωγε ποντßκια και μας γÜμησε το κÝρατο με τα κανüνια και τις μπüμπες. Ο ΑχιλλÝας, αρνιÜ και κριÜρια μÝσα, τ' αφÞνει üλα και πÜει ναýβρη τοýς συντρüφους του οποý τον διορßσαν...». Εκεßνος, üμως, απü τοýς αρχηγοýς του '21 που χαρακτηριζüταν περισσüτερο απ' üλους για την ανεξÝλεγκτη γλþσσα του Þταν ο Γεþργιος ΚαραúσκÜκης. Ορεσßβιος και αδρüς, Üνθρωπος που Ýζησε μÝχρι τÝλους της ζωÞς του τη φτηνÞ ειρωνεßα üσων Þθελαν να θυμοýνται πως Þταν «ο μοýλος» «γιος της καλογριÜς», βρÞκε διÝξοδο, για να ξεπερÜσει την οργÞ του και να επιβληθεß σ' Ýνα δýσκολο γι' αυτüν κοινωνικü περιβÜλλον, στον παραληρηματικü Βωμολοχικü λüγο. Η Βωμολοχßα του Þταν τüσο συνεχÞς και Ýντονη που οι συναγωνιστÝς του χρειÜστηκε να αποδεχθοýν το ελÜττωμα του αυτü ως «χοýι», προκειμÝνου να μπορÝσουν να συνυπÜρχουν και να συμπολεμοýν μαζß του. Ο ΚαραúσκÜκης Þταν, βÝβαια, κÜτι πολý περισσüτερο απü αυτÞ τη ζωþδη βωμολοχßα. Αυτüς ο παλιüς κλÝφτης, με τους βÜναυσους τρüπους και την ασαφÞ κατÜ τα πρþτα τÝσσερα χρüνια του Αγþνα εθνικÞ συνειδητοποßηση και στÜση, θα εξελιχθεß μαζß με την ΕπανÜσταση και θα την υπερασπßσει με την ßδια του τη ζωÞ, σε μια ευγενÞ τελικÞ πορεßα που ανÝδειξε τη μαχητικüτητα, την ευφυÀα, το πεßσμα, την αντοχÞ, τη στρατηγικüτητα και την παλικαριÜ του.» Πιο κÜτω ομαδοποιÞσαμε μερικÜ παραδεßγματα αυθεντικÞς ομιλßας εκεßνης της εποχÞς, üπου περιÝχονται καθημερινÝς φρÜσεις αλλÜ κι βωμολοχßες αγωνιστþν αλλÜ και απλþν ατüμων, για να τις μοιραστοýμε μαζß σας.
ΠΑΡΑΤΣΟΥΚΛΙΑ Θ Κολοκοτρþνης: «σκατüβλαχο» τον αποκαλεß ο προýχοντας της ΠελοποννÞσου ΚανÝλλος ΔεληγιÜννης, «ΓÝρος του ΜωριÜ» εßναι το πιο σýνηθες.
ΠαπαφλÝσσας: «ΑλιτÞριο» και «εξωλÝστατο» τον ονομÜζει ιερωμÝνος Π. Π. Γερμανüς.
Γεþργιος ΚαραúσκÜκης: Το σýνηθες παρατσοýκλι Þταν «ο μοýλος» «γιος της καλογριÜς»
Καλüγερο, φßλο των Κολοκοτρωναßων: «κερατοκαλüγερο» τον αποκαλεß ο ΜακρυγιÜννης
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΣΕΙΣ Στο Μεσολüγγι Ýνας Τοýρκος απü το ΜοριÜ που Þξερε καλÜ ΕλληνικÜ Üρχισε τις βλαστÞμιες εßπε για την Παναγßα , τον Σταυρü, την κολυμπÞθρα. ¸νας Κραβαρßτης πολεμιστÞς απü του ΜακρÞ την ντÜπια του λÝει: - ΩρÝ Τοýρκε Ýσωσες βλαστημþντας Þ ακüμα; - ¸σωσα! - ¶κουσε λοιπüν Να χÝσω τον ΜωχαμÝτη σας, να χÝσω τον ΑλÞ, να χÝσω τη Σερßφ, να σας χÝσω το χατζηλßκι σας, να σας χÝσω τον τÜφο του ΜωχαμÝτη σας, να χÝσω τον ΣουλτÜνο σας και üλα τα ρετζιÜλια του, να χÝσω τα τζαμιÜ σας και τους τεκÝδες σας, να χÝσω το κορÜνι σας, να χÝσω τον βεζßρη σας ΚουταγιÜ και üλους τους πασÜδες σας τους μπουλουκμπασιÜδες σας και το ασκÝρι σας, να χÝσω και τα δικÜ σου μοýτρα, το κεφÜλι σου, τα φρýδια σου, το στüμα σου, τα χÝρια σου, τα νýχια σου, να χÝσω τα ÜρματÜ σου, τα πιστüλια σου, το τουφÝκι σου, το γιαταγÜνι σου να χÝσω το τσιμποýκι σου, να χÝσω την σακοýλα του καπνοý σου, τις φοýντες της σακοýλας (üλα τα εßπε με μια πνοÞ, μüλις Üκουσε και το τελευταßο και ενþ Þταν Ýτοιμος να συνεχßσει πετÜχτηκε ο Τοýρκος) - Ουχ ο κερατÜς, τßποτις δεν Üφησε Üχε στο ΝισÜφι βρε δεν ξαναβλαστημþ. ¸βαλαν τα γÝλια τα δýο ασκÝρια και οι Τοýρκοι βρßζανε τον δικü τους που Ýδωσε αφορμÞ για τÝτοιες βρισιÝς.
ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΣΕΙΣ Ι. Το 1823 ο ΚαραúσκÜκης λÝει στον απεσταλμÝνο του αρχηγοý του στρατεýματος των ΤρικÜλων ΣιλιχτÜρ Μπüδα: «¸λα, σκατüτουρκε... Ýλα Εβραßε, απεσταλμÝνε απü τους γýφτους Ýλα ν' ακοýσεις τα κερατÜ σας, -γαμþ την πßστιν σας και τον ΜωχαμÝτη σας. Τι θαρεýσετε κερατÜδες... Δεν εντρÝπεσθε να ζητεßτε "απü ημÜς" συνθÞκην με "Ýναν" κοντζιÜ σκατο-ΣουλτÜν Μαχμοýτην -να τον χÝσω και αυτüν και τον Βεζßρην σας και τον Εβραßον ΣιλιχτÜρ Μπüδα την πουτÜνα!».
ΙΙ Σε Τοýρκο συνομιλητÞ του λÝει «Ιδοý οι ¸λληνες! Αυτοß σας χÝζουν και τþρα και πÜντα».
ΑΝΤΕΓΚΛΗΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΛΛΗΝΩΝ Ι. ΚαραúσκÜκης στην πρüταση συμφιλßωσης που του στÝλνει στα 1824 με επιστολÞ ο οπλαρχηγüς της Ροýμελης Ν. ΣτορνÜρης του γρÜφει: «Γενναιüτατε αδελφÝ καπ. Νικüλα, ...εßδα üσα με γρÜφεις. ¸χει και τουμπλÝκια (τουρκικÜ üργανα του ιππικοý) ο ποýτζος μου, Ýχει και τρουμπÝτες (ελληνικÜ üργανα). ¼ποια θÝλω απü τα δυο θα μεταχειρισθþ...». Η ανταπÜντηση Þρθε στο ßδιο κλßμα: «ΕπειδÞ Ýχεις και τουμπλÝκια και τρουμπÝτες βÜστα, λοιπüν, διüτι ο ποýτζος μας και με τουμπλÝκια και με τρουμπÝτες θÝλει σε κυνηγÞσει...».
IΙ. ΚÜποτε στα χρüνια του εμφυλßου πÝρασαν τον ΚαραúσκÜκη απü δßκη θÝλωντας να τον τιμωρÞσουν για τη βομολοχßας του και üταν εκεßνος αρματωμÝνος παρουσιÜστηκε μπροστÜ τους για να δικαστεß τους εßπε: «Γιατß μωρÝ με φÝρατε εδþ; Ποιο παρÜνομο Ýκανα;» Εκεßνοι κßτρινοι απü ντροπÞ σαν εßδαν την περÞφανεια του, δειλÜ του εßπαν: «Για τη γλþσσα σου θα σε δικÜσουμε ΚαραúσκÜκη». Τüτε εκεßνος απÞντησε: «Φτου σας μωρÝ, γιατß αν με δικÜσετε για τη γλþσσα μου, εφτÜ ζωÝς να εßχα, δεν θα τη γλýτωνα. Το Ýχω χοýú μωρÝ. Δεν εßμαι üμως κακüς ¸λληνας εγþ». Τüτε Ýνας δικαστÞς του εßπε: «ΚαραúσκÜκη σου εßπαμε να το κüψεις αυτü το χοýú». Και ο ΚαραúσκÜκης απÜντησε: «Κυρ - ΠÜνο εßσαι περßπου 70 χρονþν. Σου Ýχω πει πολλÝς φορÝς να κüψεις το χοýú που Ýχεις να γκαστρþνεις τις τσοýπρες. Εσý üμως δεν τüκοψες». Και συνÝχισε: «Εσεßς μωρÝ δεν βλÝπετε τις προστυχιÝς που κÜνετε με τους αγÜδες και τους μπÝηδες;» ¸κανε μεταβολÞ και Ýφυγε. Η δßκη γελοιοποιÞθηκε αλλÜ απüφαση καταδικαστικÞ βγÞκε.
IIΙ. ΔιÞγηση του ΜακρυγιÜννη : ΠÞρα κ' εγþ καμπüσους του ΝοταρÜ ανθρþπους και του Σισßνη. Ο Κουντουργιþτης πÞγε εις τη Νýδρα κι' Üφησε εις το ποδÜρι του τον Αναγνþστη Οικονüμο Νυδραßο. Του εßπα να μου δþση αυτοýς τους μιστοýς να πλερþσω τους ανθρþπους και να λÜβω κι' ü,τι Ýδωσα. ΛÝγει του ΠαπαφλÝσια, μου δßνει τους παρÜδες, ü,τι μο' 'κανε üμως να του χαρßσω τις πιστιüλες μου, üτι τις λιμπßστη. Του παρÜγγειλα κ' εγþ «να του γαμÞσω το κÝρατο, üχι θα του δþσω τ' ÜρματÜ μου, οποý τα 'χω απü δεκοχτþ χρονþν παιδß». Τον μοýτζωσα και δεν του ξαναμßλησα. ΠÞγε κι' ο ΚωσταντÞς ΛευκÜδιος και του ζÞτησε τους μιστοýς, και του πÞρε τις πιστιüλες του. Κ' εßχε ξýλινες 'σ το ζουνÜρι του τον ρþτησα και μου το εßπε. «Ορßστε κι' Αρβανßτικη αρετÞ. Ως τþρα εßχαμε ΒλÜχικη, Κεφαλλωνßτικη, Φαναργιþτικη ορßστε κι' Αρβανßτικη. Να δικαιοσýνη, να κυβερνÞται των νÝων ΕλλÞνων»!
IV. Στα χρüνια του Καποδßστρια Ýγινε το πιο κÜτω περιστατικü : Στη Σαλαμßνα βρισκüντουσαν, ο ΠανουργιÜς και ο Δυοβουνιþτης περπατοýσαν στην αγορÜ διασκεδÜζοντας. ΛÝει ο ΠανουργιÜς στον Δυοβουνιþτη: «Αι συμπÝθερε! ¼λοι οι στρατιωτικοß ευρßσκονται εις δουλειÜ. Εμεßς τι θα κÜμωμε;» «Εμεßς Να μπερμπερßσουμε τα αρχεßδια μας». «Το κÜμνεις ;» «Πληρþνεις ;» «Ναι» «Πηγαßνουμε να βροýμε μπαρμπÝρη». ¶κουσαν οι Üλλοι και γÝλασαν, Ýφτασαν στο εργαστÞριο του μπαρμπÝρη συμφþνησαν για την τιμÞ (Ýνα ρουμπιγÝν). Ο Δυοβουνιþτης χωρßς ντροπÞ λýνει τα βρακιÜ του και κÜθεται στο κÜθισμα με τεντωμÝνα τα σκÝλη. Ο μπαρμπÝρης αρχßζει να τον μπαρμπερßζει. ΒλÝποντας ο κüσμος Ýτρεξαν και φþναζαν και Üλλους να δουν, Ýτσι μαζεýτηκε πλÞθος κüσμου που γελοýσε, ο δε Δυοβουνιþτης, ο συμπÝθερüς ΠανουργιÜς και ο μπαρμπÝρης Þταν αδιÜφοροι λÝει δε κÜποιος: «Να οι αρχηγοß που μας διοικοýσαν και θÝλαμε και λευτεριÜ…» «¶ιδε συ σþπα , και μη σε μÝλλει τι γßνεται» λÝει γελþντας ο Δυοβουνιþτης Αφοý δε τελεßωσε η εργασßα ο Δυοβουνιþτης Ýδεσε τα βρακιÜ του και αναχþρησε αδιÜφορα, üταν δε τον ρωτοýσαν γιατß το Ýκανε, Ýλεγε: «Γιατß και ο ΚυβερνÞτης μπαρμπερßζει τα μουστÜκια του».
ΜΟΝΟΛΟΓΟΙ Ι. Η ΕλÝνη ΣταθÞ στο Μεσολüγγι πÞγε στο πηγÜδι, γÝμισε με νερü την νεροβαρÝλα και τüτε μια μπÜλα κανονιοý Ýπεσε εκεß και της την Ýσπασε χωρßς η ßδια να πÜθει τßποτα και τüτε μονολüγησε: «Μπα! κακü καιρü να ‘χεις για μπÜλα και εκεßνος που σ’ Ýριχνε και δεν Ýχω Üλλην βαρÝλα και τι θα γÝνω!».
IΙ. ο Ν. Κασομοýλης στα απομνημονεýματÜ του, αναφερüμενος σ' Ýνα περιστατικü που αφορÜ τον -ως Υδραßο- αρβανιτüφωνο Κουντουριþτη, καταγρÜφει την παροιμßα που αυτüς ανεφþνησε εις Üπταιστον αλβανικÞν «βÜτε με κÜλε, Ýρδε με γκομÜρ» (που θα πει «πÞγε με Üλογο, γýρισε με γαúδοýρι». IIΙ. Στο νεκροκρÝβατο ο ΚαραúσκÜκης εßπε: «ΞÝρω τον αßτιο κι αν ζÞσω του παßρνω το χÜκι (εκδßκηση), ειδÝ και πεθÜνω ας μου κλÜσουνε τον ποýτζο κι αυτüς! Τι κÝρδισε;»
IV. ¹ταν γιορτÞ του Αγιαννιοý δεκατεσσÜρων χρονþν ο ΜακρυγιÜννης πÞγε στο πανηγýρι στην Δεσφßνα. Εκεß Ýνας πατριþτης του Ýδωσε να βαστÜ το τουφÝκι του, αυτüς θÝλησε να ρßξει και αυτü «ετζακßστη». Τüτε τον Ýπιασε στο ξýλο μπρος σ üλο τον κüσμο. Δεν Üντεξε την ντροπÞ και πÞγε στον ¶γιο τον οποßο Ýβαλε κριτÞ. (Μπαßνω την νýχτα μÝσα στην εκκλησιÜ του και κλειþ την πüρτα κι αρχινþ τα κλÜματα με μεγÜλες φωνÝς και μετÜνοιες «τα’ εßναι αυτü οποýγινε σ εμÝνα, γομÜρι εßμαι να με δÝρνουν» Και τον περικαλþ να μου δþσει Üρματα καλÜ κι ασημÝνια)
V. ¸σκασε μια μπüμπα στο καρÜβι του Μιαοýλη, αργüτερα ανÝβηκε στην καπιτÜνα του ο Σαχτοýρης τον βρÞκε με κατεβασμÝνη τη φεσÜρα ως τα φρýδια. Ο Μιαοýλης κοßταζε στραβÜ τα τοýρκικα δßκροτα και εßπε «Τους κερατÜδες ! Μου χýσανε την φασουλÜδα μου».
VI. Ο ΓÜλλος συνταγματÜρχης πυροβολικοý ΒουτιÝ, που Þταν και ερασιτÝχνης ζωγρÜφος, παρακÜλεσε τον ΚανÜρη να ποζÜρει για να του κÜνει το σκßτσο, üταν το τελεßωσε του το ‘δωσε να το δει, και ο ΚανÜρης γελþντας εßπε σε κÜποιο που εßχε γýρει να το δει και αυτüς «Για κοßτα κει, μηρÝ Γιþργο! ΚÜποτες που πÞγα στην Μαρσßλια στοχÜστηκα να φτιÜξω τη ζωγραφιÜ μου, μα μου γυρÝψανε πολλÜ γρüσια. Τþρα μου την κÜνουν τζÜμπα»!
ΔΙΑΤΑΓΕΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗ Ι. Ο ΚαραúσκÜκης εßχε Ýνα πολßοβρακο που το φüραγε σε üποιον δεßλιαζε το «το βρακß της Κατερßνας». ¼ταν λοιπüν Ýβλεπε τÝτοια συμπτþματα φþναζε « το βρακß της Κατερßνας φÝρτε μου» και üλοι κÝρωναν.
IΙ. Ο Μιαοýλης στεκüταν σιμÜ στα ξÜρτια και ατÜραχος αγνÜντευε την θÜλασσα να λυσσομανÜ. Δßπλα του στεκüταν ο λοστρüμος. Το τσοýρμο πιο πÝρα γονατιστü παρακÜλαγε την ΠαναγιÜ να τους γλυτþσει. Το κακü μεγÜλωνε πÞρανε σκοινß και δÝσανε την εικüνα και την ρßξανε στη θÜλασσα να την μερþσει η χÜρη της. Σαν εßδε τα καμþματÜ τους ο Μιαοýλης γυρßζει και λÝει στο λοστρüμο : «Αν Þμουνα εγþ ΠαναγιÜ θα τους Ýπνιγα üλους αυτοýς τους μασκαρÜδες , που Ýχουνε χÝρια και Üρμενα και καρτερÜνε να τους γλυτþσει το εικüνισμα! Σýρε πες τους να το βÜλουν στον τüπο του και να ‘ναι Ýτοιμοι να μανουβρÜρουνε καθþς θα τους παραγγεßλω, εγþ παßρνω επÜνω μου να τους γλυτþσω».
ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΕΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΣΕΙΣ Ι. Λßγο πριν μια επßθεση των Τοýρκων στο Μεσολüγγι γßνηκε ο ποιο κÜτω διÜλογος : - ¸χει ωρÝ ο κοτζαμπÜσης κüρη; - ¸χει - ¸χει και ο παπÜς κüρη; - Και ποια εßναι η ομορφüτερη; - Κ οι δýο üμορφες εßναι. - ΑμÝ τüτες να τους πεις να πλυθοýν. - Γιατß ωρÝ Τοýρκε; - Γιατß αýριο ισαλÜ θα μπω και δεν θÝλω να τις βρω Üπλυτες. Και φυσικÜ μετÜ απü αυτü Üρχισε το τουφεκßδι .
IΙ. ΔιÜλογος στο Μεσολüγγι: - Αχ ντουφÝκι να τüχα εγþ καημÝνε. - Τι το θες ωρÝ; - Γιατß εμÝνα μου πρÝπει να τüχω. ΞÝρεις ΑγÜ; - Τι; - Να μου το φυλÜξεις και σου χαρßζω τη ζωÞ Üμα σε πιÜσω. - Τι λες μωρÝ καημÝνε ; εßσαι παλαβüς; - Κλανε λßγο Ýτσι να δω τι σημÜδια Ýχεις; - Το κεφÜλι θα σου πÜρω. - ΚαλÜ αγÜ εγþ Ýχω τα χÝρια μου και δε σ αφÞνω. - Πρþτα θα σου πÜρω το τουφÝκι κ ýστερα το κεφÜλι. - Αμ Ýχω και μπιστüλες αγÜ. - Και αυτÝς θα στις πÜρω. - Αμ Ýχω το γιαταγÜνι αγÜ. - Με το φτυÜρι και το χþμα θα σε κυνηγþ ως τους Κορφοýς και τüτε στα παßρνω üλα. - ΦýλαξÝ μου το τουφÝκι, εßδα üνειρο πως θα σου το πÜρω. - Να μου φας το σκατü κερατÜ! Και Üρχισε το τουφεκßδι.
IIΙ. Στο Μεσολüγγι Ýνας Τουρκοκρητικüς πλησßαζε με την βÜρκα και φþναζε «ΜωρÝ θÝλω την νýφη του ΠαπÜ», θÝλοντας να εκνευρßσει του Μεσολογγßτες.
ΙV. Ο ΚαραúσκÜκης üταν Þταν Üρρωστος προκειμÝνου να διαπιστþσει τις ιατρικÝς ικανüτητες ενüς Ευρωπαßου ιατροý, μÝσα στο κρεβÜτι του Ýβαλε Ýνα απü τα παλικαριÜ του , αυτü λοιπüν Ýδωσε το χÝρι του για να πÜρει τον σφυγμü ο ιατρüς, ο οποßος μετÜ απü πολý περßσκεψη Ýβγαλε την διÜγνωση: Οι δυνÜμεις σου στρατηγÝ πÝσανε πολý. Τüτε τßναξε τα σκεπÜσματα και ο γιατρüς Ýμεινε ξερüς βλÝποντας το χÝρι του παλικαριοý: Ο ποýτζος μου Ýπεσε ωρÝ κι üχι οι δυνÜμεις μου.
ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ Ι. Ο ΚιουταχÞς Ýστειλε τον ΚαραταÀτη για να μιλÞσουν για ειρÞνη με τον ΚαραúσκÜκη. ¸λα δω Σκατüτουρκε, Ýλα δω Εβραßε, σταλμÝνε απü τους Γýφτους, Ýλα να ακοýσεις τα κÝρατα σας! Τι θαρÝψατε κι εßναι ο πüλεμος και τον εκÜνατε; Και τþρα δε ντρÝπεστε να ζητÜτε ειρÞνη με κοτζÜμ σκατοσουλτÜνο Μαχμοýτη που Ýχετε; Να χÝσω κι αυτüν και τον βεζßρη σας και τον ΣαλιχτÝρ ΜποδÜ την πουτÜνα! - Θα σηκωθþ φωνÜζει στον Καραταßτη να φÜγω κρÝας απü σÝνα, βρωμιÜρη, να πÜρω το δßκιο μου ! ¹ ρθες εδþ ßσια στο ορδß μου, τÜχατες για φßλος, Üπιστε Üνθρωπε üμοιε με τους αφεντÜδες σου! - Ε, ωρÝ ΚαραúσκÜκη φτÜνει! Μ Ýβρισες κι εμÝνα και την ΤουρκιÜ. ¶φησε τα λüγια να δοýμε τι θα κÜμουμε. - Να, του αποκρßνεται δεßχνοντας τους καπεταναßους, μ’ αυτοýς τους πουτζαρÜδες κÜνε συμφωνßες. Εγþ εßμαι Üρρωστος και δεν μπορþ να ακοýω τις φαφλαταριÝς σου.
ΙΙ. ΕπιστολÞ ΚαραúσκÜκη προς τους οπλαρχηγοýς Εις üλους εσÜς üπου ρßχνετε την παταργιÜ εις την ρÜχη. Τι σας χρειÜζεται παταργιÜ, κερατÜδες Þ θÝλετε να γυρßσω οπßσω να κÜψω εσÜς και τα παιδιÜ σας; Να γκρεμιστÞτε απü αυτοý να μη σας πÜρει ο διÜολος. ¼χι Üλλο. Να και η απÜντηση: ΚερατÜ üλοι να σου γαμÞσουμε το κÝρατο. Τι παντυχαßνεις , με καυσßματα πολεμÜς να φοβερßζεις; Αυτü üπου εβρÞκες δε μας γλυτþνεις ΣτορνÜρης ΡÜγκος
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ Μια Τουρκοποýλα απü την Τρßπολη μετÜ την κατÜληψη της πüλης Ýμεινε μüνη την πÞρε λοιπüν ο ΚαραúσκÜκης την βÜφτισε Μαρßα και την εßχε στο στρατüπεδο του ψυχοκüρη. Η Μαρßα ντýθηκε αγüρι με φουστανÝλα και την φþναζαν Ζαφεßρη, Ýτσι για να μη σκανταλßζει. ¹ταν το αßσθημα του χωρßς Ýρωτα, η ορτινÜτζα του, που του στÜθηκε μÝχρι τον θÜνατü του. ¼ταν λοιπüν επισκÝφτηκε την γυναßκα του στον ΚÜλαμο, το νησÜκι που εßχε ασφαλßσει την φαμελιÜ του, εßχε μαζß του και το Ζαφεßρη. Η καπετÜνισσα την εßδε και κατÜλαβε üτι Þταν γυναßκα, το εßδε αυτü ο ΚαραúσκÜκης και της λÝει «¸γνοια σου μωρÞ , μη μου χολιÜζεις Ýχω και για σÝνα...» ΜετÜ απü επτÜ μÞνες γεννÞθηκε ο γιος του ο Σταýρος.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ Ι. ¸να διÜσημο ξÝσπασμα του ΚαραúσκÜκη για τον ΜαυροκορδÜτο και τους Üλλους πολιτικοýς, που το καταγρÜφει ο Κασομοýλης χωρßς να το ωραιοποιÞσει Þ να το συμμορφþσει γλωσσικÜ: «Ποια ΚυβÝρνησις, καπιτÜν Νüτη; Το τζιογλÜνι του ΡεÀζ εφÝντη, ο τεσσερομÜτης; Εγþ και Üλλοι δεν τον γνωρßζομεν! ¹ σýναξεν δÝκα ανüητους, και τον υπÝγραψαν δια τας ιδιοτελεßας των; Ιδοý ποιοß τον υπÝγραψαν. Πρþτον εσý, οποý üλα τα πρÜματα θÝλεις να Ýρχονται με το ζουρνÜ. Ο ΣκαλτσÜς, üπου δεν εßναι Üλλο παρÜ καμπÜνα μπαγκ-μπαγκ. Ο ΜακρÞς ο μακρολαßμης, ο κρεμασμÝνος, οποý μüνον το κεφÜλι ηξεýρει να ταρÜζει, ο ΜÞτζιος ΚοντογιÜννης, η πουτÜνα, üπου αν Þτον γυναßκα δεν εχüρταινεν με 80.000 φορÝς την þραν, ο ξυνüγαλο-Γιþργος Τζιüγκας οποý στραβþνει τα χεßλια με το τζιμποýκι και δεν ηξεýρει τι του γßνεται, και ο αδελφüς μου ο ΣτορνÜρης, ο ψεýτης. Δεν τον υπÝγραψεν ο ποýτζος μου, και να ιδþ την εκστρατεßαν σας!»
ΙΙ. ¸να επßσης γνωστü απüσπασμα του ΜακρυγιÜννη: Διορßζεται ο Κουντουργιþτης, διορßζει και τον Σκοýρτη το Νυδραßον αρχιστρÜτηγüν του, κι’ üσο Þξερε ο Ýνας Þξερε κι’ ο Üλλος απü πüλεμον. Τüτε μπÞκαν σε δυσαρÝσκεια üλοι οι σημαντικοß αρχηγοß οποý ’ταν εκεß, οποý εßδανε το Σκοýρτη αρχιστρÜτηγον απÜνου– εις τον ΚαρατÜσιον, εις τον ΚαραúσκÜκη, εις τον ΧατζηχρÞστο, εις τον ΤζαβÝλα και εις τους Üλλους. Ο Κουντουριþτης, κουτüς, αφοý εßδε οποý ’ναι αυτüς αμαθÞς απü αυτÜ, αντßς να βÜλη αρχηγüν να σþση την πατρßδα κι’ αυτüς να δοξαστÞ, κατÜ δυστυχßαν απü το «üμως» δεν ξÝρει Üλλο, και Ýβαλε τον Σκοýρτη να διοικÞση και να οδηγÞση και τους αρχηγοýς της ξηρÜς ο θαλασσινüς, απλüς αξιωματικüς – οýτε και της θÜλασσας τον πüλεμον δεν τον γνþριζε καλÜ. ¸λεγε των στεργιανþν, «¼ρτσα, πüτζα!» Εκεßνοι Ýλεγαν «Τι λÝγει αυτüς, γαμþ το καυλß τ’;» ΤÝλος πÜντων ο πατριωτισμüς üλων αυτεινþν και της συντροφιÜς τους, η ψýχωση της φατρßας και η διαßρεση κι’ ο ενφýλιος πüλεμος και η διχüνοια των μεγαλοκÝφαλων ΚωλÝτη και ΜαυροκορδÜτου, δια να μην δοξαστÞ ο Ýνας και χÜση ο Üλλος, και το «üμως» του Σκοýρτη και το «καυλß» των Ρουμελιþτων – ο ΜπραÀμης μπÞκε στη Πελοπüννησο και την Ýκαμε γη ΜαδιÜμ üχι απü την παληκαριÜ των ΑρÜπηδων, αλλÜ απü αυτÜ οποý λÝγω. ΔεκÜξι χιλιÜδες ασκÝρια, το Üνθος των ΕλλÞνων, Ρουμελιþτες, ΠελοποννÞσιοι – ýστερα βγÜλαν και τους αρχηγοýς τους απü τη Νýδρα – ΣπαρτιÜτες κι’ απ’ Üλλα μÝρη, üλοι αυτεßνοι κÜθονταν εις τις Χþρες και εις τ’ Üλλα χωριÜ και τρþγαν αρνιÜ και κüττες, κι’ ο ΑρÜπης üταν τους εýρισκε τους ξεποδÜριαζε κυνηγþντας. ΑυτÜ κÜνει η διαßρεση και η διχüνοια.
ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗ Κλεßνουμε το Üρθρο μας με διÜσπαρτα λüγια που Ýχουν βγει απü το στüμα του παλικαριοý της Ροýμελης και φοβεροý βωμολüχου Γ. ΚαραúσκÜκη, τα οποßα Ýχουν διασωθεß, εδþ και κει, και Ýχουν φτÜσει μÝχρι εμÜς.
Και ýστερα συμπλÞρωσε μπρος στο νεκρü Þρωα: «Ο ΜÜρκος Þτανε τρανüς. Εßχε μυαλü üσο κανεßς Üλλος. ΚαρδιÜ λιονταριοý και γνþμη δßκηα σαν του Χριστοý. Οýτε το δÜχτυλü του δε φτÜνουμε εμεßς»
ΓÝλασαν οι ¸λληνες πολεμιστÝς στο αστεßο του ΚαραúσκÜκη και ξεχνþντας τη πεßνα τους Üρχισαν üλοι να φωνÜζουν: «Βαροýμε τη κοιλιÜ ΚαραúσκÜκη, βαροýμε τη κοιλιÜ ΚαραúσκÜκη»
«Τι να δþσω ορÝ!... Δεν Ýχω τßποτε Üλλο απ' το μπλÜρ μου και το τÜζω», εßπε χαμογελþντας πικραμÝνα. Αφοý βελτιþθηκε κÜπως η υγεßα του και του Ýπεσε ο πυρετüς Ýδεσε το μουλÜρι απ' την πüρτα της εκκλησßας χÜρισμα στην Παναγßα κι üπως πÜντα εßπε τ' αστεßο του: «Που να ‘ξερα εγþ ΠαναγιÜ μ' πως Þθελες του μπλÜρ μ' για να με γιÜν'ς τüσο καιρü».
Ο ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΑÚΣΚΑΚΗ Αυτü το μοναδικü Üνθρωπο τον περιγρÜφει χαρακτηριστικÜ ο ΜακρυγιÜννης με τα εξÞς λüγια: «¼ταν ζοýσε ο ΚαραúσκÜκης üλοι αυτεßνοι οýτε δια ψυχογυιüν δεν τον κÜναν καμποýλι. Σκοτþνοντας ο ΚαραúσκÜκης, σκοýργιασαν τα ντουφÝκια τους, στüμωσαν τα σπαθιÜ τους. Τüτε εßδαμεν πüσα δρÜμια ζυÜζει ο καθεßς.»
ΠΗΓΕΣ ¸ντυπες πηγÝς
ΗλεκτρονικÝς πηγÝς
|