Τα πριν της απελευθέρωσης της Καλαμάτας στις 23 Μαρτίου 1821

0

Είναι γνωστό ότι στις αρχές του έτους 1821 στο χώρο της Πελοποννήσου την Αχαΐα, τη Μεσσηνία και τη Λακωνία επικρατούσε ιδιαίτερος αναβρασμός,  επικρατούσε τάση για εξέγερση. Απ’ τη μία μεριά ο φιλικός Χριστόφορος Περραιβός που ήταν απεσταλμένος του Υψηλάντη και από την άλλη ο Παπαφλέσσας και Κολοκοτρώνης επεδίωξαν να ξεσηκώσουν τους Μανιάτες. Όμως αρνητικό στοιχείο σε αυτή τη διαδικασία ήταν ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης οποίος είχε διάφορες επιφυλάξεις σε ότι αφορά την εξέγερση της Μάνης, δεδομένου ότι ήθελε να επιβεβαιωθεί για τη στήριξη της κίνησης αυτής από τη μεριά των Ρώσων.
Τα πράγματα όμως αρχίζουν να παίρνουν την ιστορική τους ροή μετά την δραπέτευση του Γεωργίου Μαυρομιχάλη, γιου του Πετρόμπεη,  ο οποίος κρατείτο από τους Τούρκους στην Κωνσταντινούπολη ως εγγυητής της πατρικής πίστεως προς το Σουλτάνο.
Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης, λοιπόν, φτάνοντας στη Μάνη άρχισε να διαδίδει τις επαναστατικές ιδέες του οι οποίες φυσικά έγιναν γνωστές στις τουρκικές αρχές. Αυτό έφερε σε δύσκολη θέση τον πατέρα του, ο οποίος ήδη κατηγορείτο για απείθεια προς αρχές των Τούρκων, δεδομένου ότι δεν είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή συλλάβει τον Κολοκοτρώνη και τον Παπαφλέσσα, όπως τον είχαν διατάξει. Για το λόγο αυτό ο Τούρκος διοικητής της Τρίπολης ζήτησε από τον Πετρόμπεη να του στείλει ως όμηρο τον γιο του Αναστάσιο, κάτι που έκανε για να μπορέσει να μετριάσει τις υποψίες των Τούρκων και γλιτώσει την αντικατάστασή του «μπάσμπογλου» που σχεδίαζαν.
Όμως η έντονη παρουσία του Παπαφλέσσα, του Αναγνωσταρά και του Κολοκοτρώνη βοήθησε ώστε ο επαναστατικός αναβρασμός στη Μάνη να γίνει πιο έκδηλος από τις αρχές Μαρτίου. Οι Τούρκοι αντιλαμβάνονταν τον επικείμενο κίνδυνο και έστελναν τις οικογένειές τους στα κάστρα της περιοχής. 
Στην Καλαμάτα ο Τούρκος διοικητής Σουλεϊμάν Αρναούτογλου (έπαρχος, βοεβόδας) κάλεσε τους προκρίτους της πόλης και τους έκανε γνωστές τις ανησυχίες του. Αυτοί για να τον εξαπατήσουν δεν δίστασαν να παραδώσουν τα παιδιά τους ως ομήρους στις τοπικές τουρκικές αρχές. Τον έπεισαν μάλιστα ότι στην περιοχή δρούσαν δήθεν επικίνδυνοι ληστές και προσπάθησαν επίσης να τον πείσουν, μιας και δεν επαρκούσε η τουρκική φρουρά των 150 στρατιωτών για την προστασία της Καλαμάτας, να ζητήσει την ενίσχυσή της από τη Μάνη. Το τελευταίο στηρίζεται σε οικογενειακές παραδόσεις και κάποια αρχειακά στοιχεία που δεν μπορούν να τεκμηριωθούν με ασφάλεια «εις επιτηδείους ενεργείας του Ιωάννη Κυριακού [προύχοντα της Καλαμάτας] ωφείλετο η πρόσκλησις του Πετρόμπεη και των Μανιατών, δήθεν προς τήρησιν της τάξεως…»
Στα μέσα του Μάρτη, φτάνει στο λιμάνι του Αλμυρού, λίγο έξω από την πόλη της Καλαμάτας, ένα πλοίο φορτωμένο με πολεμοφόδια, απεσταλμένο από τους Φιλικούς της Σμύρνης. Ο Παπαφλέσσας ανέθεσε στον Νικήτα Σταματελόπουλο (Νικηταρά) και στον Αναγνωσταρά την επικίνδυνη αποστολή της μεταφοράς του φορτίου από το πλοίο σε επιλεγμένους προορισμούς (Καλαμάτα και Μάνη).
Ο Τούρκος διοικητής της Καλαμάτας Αρναούτογλου πληροφορήθηκε ότι ένοπλοι χωρικοί μεταφέρουν το φορτίο του πλοίου, αλλά οι πρόκριτοι της Καλαμάτας τον καθησύχαζαν, με την δικαιολογία ότι οι χωρικοί αυτοί μεταφέρουν λάδι, και οπλοφορούν για το φόβο των ληστών.
Ήρθε ο καιρός που ο Αρναούτογλου αποφάσισε να ζητήσει στρατιωτική βοήθεια από τον Πετρόμπεη. Εν τω μεταξύ οι καπεταναίοι της Μάνης που είχαν συγκεντρωθεί στις Κιτριές, είχαν ήδη πείσει τον Πετρόμπεη να ηγηθεί του Αγώνα. Το σύνθημα πλέον είχε δοθεί, και στις 17 Μαρτίου 1821 «σύμφωνα με ορισμένη πληροφορία, στον ναό των Ταξιαρχών, στην Αρεόπολη, έγινε δοξολογία για την Επανάσταση». (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ, σ. 89).
Πριν από αρκετά χρόνια καθιερώθηκε ο εορτασμός στην Αρεόπολη της 17ης Μαρτίου ως ημέρας έναρξης της Επανάστασης, απ’ αυτή την κωμόπολη και πρωτεύουσα της Μάνης «σύμφωνα με τον συγκεκριμένο προσδιορισμό 17 Μαρτίου, που εγράφη από τον Ι.Θ. Κολοκοτρώνη και εσυνδυάστη με τις τοπικές παραδόσεις.» (Κατσουλιέρης Α., Ιστορία της Μάνης, σ. 449). Η ιστοριογραφία, βεβαία δέχεται ως αφετηρία της Επανάστασης την έναρξη των πολεμικών συγκρούσεων κι όχι το χρόνο που πάρθηκαν αποφάσεις από κάποιες συνελεύσεις για την εμπλοκή σε επαναστατικές πράξεις. Ωστόσο ουσιώδες και ανεπίδεκτο αμφιβολίας είναι ότι «άνευ της Μάνης δεν θα εκηρύσσετο επανάστασις ούτε εις την Μεσσηνίαν, ούτε εις ολόκληρη την Πελοπόννησον, και οι Μανιάται αρχηγοί μετά των δυνάμεών των δεν επρωτοστάτησαν απλώς, αλλ’ υπήρξαν οι κύριοι παράγοντες των επαναστατικών γεγονότων της Καλαμάτας.» (Δασκαλάκης, Η έναρξις της Επανάστασης εις την Λακωνίας, Λακωνική Σπουδαί, Β’, σ. 17)
Μετά λοιπόν, απ’ τη συνεννόηση των προκρίτων της Μάνης να λάβουν τα όπλα, ο Κολοκοτρώνης, που βρισκόταν στη Μάνη, «εφανέρωσε την απόφασιν ταύτη εις στους Αναγνωσταράν, Φλέσσαν και λοιπούς, όντας παρασκευασμένους δια τον σκοπόν αυτόν», σύμφωνα με την αφήγηση του Ι.Θ. Κολοκοτρώνη.
Στις 20 Μαρτίου, φτάνει στην Καλαμάτα σώμα από 150 Μανιάτες υπό τον Ηλία Μαυρομιχάλη, για την προστασία δήθεν της Καλαμάτας από ληστρικές επιδρομές, όπως προαναφέρθηκε. Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης συνέστησε στον Αρναούτογλου να ζητήσει από τον Πετρόμπεη πρόσθετες ενισχύσεις ενόπλων Μανιατών για την προστασία της πόλης. Ο Τούρκος διοικητής χωρίς να υποψιαστεί ακόμη την απάτη, ζήτησε απ’ τη Μάνη τις νέες «αναγκαίες» ενισχύσεις. Ο Πετρόμπεης ήταν έτοιμος να ηγηθεί «των σπαρτιατικών δυνάμεων». 
Έτσι, στις 22 Μαρτίου 1821, ξεκινούν από τη Μάνη 2000 ένοπλοι της «Δυτικής Σπάρτης» υπό τον Ι.Θ. Κολοκοτρώνη, τους Μούρτζινους, τους Κυβέλους, τους Χρηστέηδες και τον Παναγιώτη Βενετζανάκο, φτάνουν στην Καλαμάτα τα χαράματα της 23ης Μαρτίου και στρατοπεδεύουν στους λόφους πλησίον της πόλης. Ταυτόχρονα καταφτάνουν ο Παπαφλέσσας, ο Νικηταράς και ο Αναγνωσταράς και καταλαμβάνουν την άλλη πλευρά της Καλαμάτας. Την ίδια μέρα, 23 Μαρτίου, ήλθαν στην Καλαμάτα και πολλοί άλλοι οπλαρχηγοί της Μάνης και άλλων γειτονικών περιοχών, με τις δυνάμεις τους, κι ανάμεσά τους ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης.
Είχαν πλέον συγκεντρωθεί περί την Καλαμάτα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις απομνηματογράφων, περισσότεροι από 5000 οπλοφόροι Μανιάτες, Μεσσήνιοι, Ανδρουτσιανοί, Γαραντζαίοι, Πισινοχωρίτες και Σαμπατζιώτες από τις επαρχίες Λεονταρίου.
Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης σκόπευε η εισβολή και η κατάληψη της Καλαμάτας να γίνει αναίμακτα, κι οπωσδήποτε να κρατηθεί ο βοεβόδας Αρναούτογλου, επίσημος Τούρκος με ισχυρούς συγγενείς στην Τριπολιτσά, καθώς και άλλοι εξέχοντες Τούρκοι, ώστε να τους ανταλλάξει με το γιο του Αναστάση, όπως και με πρόκριτους που κρατούνταν όμηροι της τουρκικής διοίκησης στην Τριπολιτσά.
Με την παρουσία των ελληνικών στρατευμάτων στην Καλαμάτα, ο Αρναούτογλου κατάλαβε πλέον τι είχε συμβεί. Γι’ αυτό δοκίμασε να φύγει για την Τριπολιτσά, αλλά ο Νικηταράς και ο Κεφαλάς είχαν ήδη αποκλείσει όλα τα περάσματα προς το κέντρο της Πελοποννήσου.
Συγκεντρώθηκαν τότε όλοι οι Τούρκοι φρουροί της Καλαμάτας, όχι περισσότεροι από 150, στα οχυρά οικήματα της πόλης για να αντιτάξουν άμυνα. Ο Θ. Κολοκοτρώνης, στα απομνημονεύματά του, λέει ότι «100 ήταν οι Τούρκοι μεινεμένοι, ως 10.000 η φήμη τους.», θέλοντας έτσι να παραστήσει τη μαχητικότητά τους. Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης τότε, συνέστησε στον Αρναούτογλου να παραδοθεί, γιατί κάθε αντίσταση θα ήταν μάταιη.
Αυτά έγιναν πριν κι έτσι απλά έπεσε η πόλη της Καλαμάτας στα χέρια των επαναστατημένων Ελλήνων, σηματοδοτώντας ουσιαστικά την έναρξη της επανάστασης.

Προηγούμενα άρθρα:

Share.

Comments are closed.